ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤ/ΣΗΣ Γ΄ΛΥΚΕΙΟΥ
Σελίδα 1 από 1
ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤ/ΣΗΣ Γ΄ΛΥΚΕΙΟΥ
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
http://rapidshare.com/files/421186410/_______________2________3.doc.html
http://rapidshare.com/files/421187065/_______________4_________.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188206/_______________4__.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188211/_______________5_________.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188216/_______________5__.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188219/_______________6__.doc.html
http://rapidshare.com/files/421186410/_______________2________3.doc.html
http://rapidshare.com/files/421187065/_______________4_________.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188206/_______________4__.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188211/_______________5_________.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188216/_______________5__.doc.html
http://rapidshare.com/files/421188219/_______________6__.doc.html
Μετάφραση ενοτήτων 2 και 3
ΕΝΟΤΗΤΑ 2
Ήταν κάποτε εποχή, που υπήρχαν οι θεοί, αλλά δεν υπήρχαν θνητά γένη. Κι όταν έφτασε ο χρόνος που είχε οριστεί από τη μοίρα για τη γέννηση τους, οι θεοί τα έπλασαν, μέσα στη γη, αναμιγνύοντας χώμα και φωτιά κι όσα ταιριάζουν με το χώμα και τη φωτιά. Κι όταν ήρθε καιρός να τα οδηγήσουν στο φως, διέταξαν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν και να μοιράσουν στο καθένα τους ξεχωριστά τις ιδιότητες που πρέπει. Τότε ο Επιμηθέας ζήτησε από τον Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη διανομή. «Και μόλις την τελειώσω», είπε, «μπορείς να επιθεωρήσεις.» Έτσι τον έπεισε και έκανε τη διανομή. Μοιράζοντας, λοιπόν, σ' άλλα έδινε δύναμη χωρίς ταχύτητα, τα ασθενέστερα, όμως, εφοδίαζε με ταχύτητα. Σ' άλλα έδινε όπλα, κι όσων τη φύση δεν όπλισε, επινοούσε άλλη ικανότητα για τη σωτηρία τους. Γιατί όσα τα έπλαθε μικροκαμωμένα, τα προίκιζε με φτερωτή φυγή ή με υπόγεια κατοικία. Όσων, όμως, μεγάλωνε το μέγεθος, αυτό το ίδιο τα έσωζε. Έτσι εξισώνοντας τις διαφορές, μοίραζε και τις υπόλοιπες ιδιότητες. Όλα, μάλιστα, τα σχεδίαζε με προσοχή, φροντίζοντας να μην εξαφανιστεί κανένα γένος. Κι αφού κατάφερε να ξεφύγουν τη μεταξύ τους εξόντωση, σκεφτόταν την προστασία τους από τις μεταβολές του καιρού που οφείλονται στο Δία. Έτσι τα έντυσε με πυκνό τρίχωμα και σκληρά δέρματα, ικανά να τα προφυλάσσουν από το κρύο και κατάλληλα για τη ζέστη. Κι έτσι που, πηγαίνοντας να κοιμηθούν, τα ίδια να αποτελούν στρώμα φυσικό και ιδιαίτερο για το καθένα. Και σ' άλλα φόραγε οπλές, ενώ άλλα τα έντυνε με τρίχωμα και δέρματα σκληρά και δίχως αίμα. Ύστερα εξασφάλιζε τροφή για κάθε είδος χωριστά. σ’ άλλα χορτάρι από τη γη, σ’ άλλα καρπούς από τα δέντρα και σ' άλλα ρίζες. Μερικά, πάλι, έκανε να τρέφονται με τη βορά άλλων ζώων. Φρόντισε, λοιπόν, εκείνα να γεννούν λίγα μικρά, ενώ, όσα κατασπαράζονται από αυτά, πολλά, εξασφαλίζοντας τη σωτηρία του γένους.
ΕΝΟΤΗΤΑ 3
Και επειδή ο Επιμηθέας δεν ήταν αρκετά σοφός, δίχως να το καταλάβει κατανάλωσε όλες τις ιδιότητες στα άλογα ζώα. Ακόμη όμως δεν είχε εφοδιάσει το γένος των ανθρώπων και δεν ήξερε τι να κάνει. Ενώ λοιπόν βρισκόταν σε αμηχανία, έρχεται ο Προμηθέας να επιθεωρήσει τη διανομή. Και βλέπει τα άλλα ζώα να έχουν τα πάντα κανονικά. Όμως τον άνθρωπο γυμνό και ανυπόδητο, χωρίς στρώμα και όπλα. Πλησίαζε, όμως, η ορισμένη από τη μοίρα μέρα, που έπρεπε και ο άνθρωπος να βγει από τη γη στο φως. Επειδή, λοιπόν, ο Προμηθέας βρισκόταν σε αμηχανία ποια σωτηρία να βρει για τον άνθρωπο, κλέβει τις τεχνικές γνώσεις του Ηφαίστου και της Αθηνάς, μαζί με τη φωτιά -γιατί ήταν αδύνατο, χωρίς τη φωτιά, να αποκτήσει κανείς ή να χρησιμοποιήσει αυτές τις γνώσεις- και τις δωρίζει στον άνθρωπο. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο άνθρωπος απέκτησε τις τεχνικές δεξιότητες για τη ζωή. Την πολιτική ικανότητα όμως δεν την είχε. Αυτή την κατείχε ο Δίας. Ο Προμηθέας δεν μπορούσε πια να μπει στην ακρόπολη, την κατοικία του Δία. Και οι φρουροί του Δία, εξάλλου, ήταν φοβεροί. Μπαίνει όμως κρυφά στο κοινό εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου, όπου οι δυο τους ασκούσαν την τέχνη τους. κλέβει την τέχνη της φωτιάς από τον Ήφαιστο και την άλλη της Αθηνάς, και τις δίνει στον άνθρωπο. Μ’ αυτό λοιπόν τον τρόπο, ο άνθρωπος εξασφάλισε όλα τα μέσα για τη ζωή του. Ο Προμηθέας όμως, εξαιτίας του Επιμηθέα, όπως λέγεται, κατηγορήθηκε αργότερα για κλοπή.
Ήταν κάποτε εποχή, που υπήρχαν οι θεοί, αλλά δεν υπήρχαν θνητά γένη. Κι όταν έφτασε ο χρόνος που είχε οριστεί από τη μοίρα για τη γέννηση τους, οι θεοί τα έπλασαν, μέσα στη γη, αναμιγνύοντας χώμα και φωτιά κι όσα ταιριάζουν με το χώμα και τη φωτιά. Κι όταν ήρθε καιρός να τα οδηγήσουν στο φως, διέταξαν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν και να μοιράσουν στο καθένα τους ξεχωριστά τις ιδιότητες που πρέπει. Τότε ο Επιμηθέας ζήτησε από τον Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη διανομή. «Και μόλις την τελειώσω», είπε, «μπορείς να επιθεωρήσεις.» Έτσι τον έπεισε και έκανε τη διανομή. Μοιράζοντας, λοιπόν, σ' άλλα έδινε δύναμη χωρίς ταχύτητα, τα ασθενέστερα, όμως, εφοδίαζε με ταχύτητα. Σ' άλλα έδινε όπλα, κι όσων τη φύση δεν όπλισε, επινοούσε άλλη ικανότητα για τη σωτηρία τους. Γιατί όσα τα έπλαθε μικροκαμωμένα, τα προίκιζε με φτερωτή φυγή ή με υπόγεια κατοικία. Όσων, όμως, μεγάλωνε το μέγεθος, αυτό το ίδιο τα έσωζε. Έτσι εξισώνοντας τις διαφορές, μοίραζε και τις υπόλοιπες ιδιότητες. Όλα, μάλιστα, τα σχεδίαζε με προσοχή, φροντίζοντας να μην εξαφανιστεί κανένα γένος. Κι αφού κατάφερε να ξεφύγουν τη μεταξύ τους εξόντωση, σκεφτόταν την προστασία τους από τις μεταβολές του καιρού που οφείλονται στο Δία. Έτσι τα έντυσε με πυκνό τρίχωμα και σκληρά δέρματα, ικανά να τα προφυλάσσουν από το κρύο και κατάλληλα για τη ζέστη. Κι έτσι που, πηγαίνοντας να κοιμηθούν, τα ίδια να αποτελούν στρώμα φυσικό και ιδιαίτερο για το καθένα. Και σ' άλλα φόραγε οπλές, ενώ άλλα τα έντυνε με τρίχωμα και δέρματα σκληρά και δίχως αίμα. Ύστερα εξασφάλιζε τροφή για κάθε είδος χωριστά. σ’ άλλα χορτάρι από τη γη, σ’ άλλα καρπούς από τα δέντρα και σ' άλλα ρίζες. Μερικά, πάλι, έκανε να τρέφονται με τη βορά άλλων ζώων. Φρόντισε, λοιπόν, εκείνα να γεννούν λίγα μικρά, ενώ, όσα κατασπαράζονται από αυτά, πολλά, εξασφαλίζοντας τη σωτηρία του γένους.
ΕΝΟΤΗΤΑ 3
Και επειδή ο Επιμηθέας δεν ήταν αρκετά σοφός, δίχως να το καταλάβει κατανάλωσε όλες τις ιδιότητες στα άλογα ζώα. Ακόμη όμως δεν είχε εφοδιάσει το γένος των ανθρώπων και δεν ήξερε τι να κάνει. Ενώ λοιπόν βρισκόταν σε αμηχανία, έρχεται ο Προμηθέας να επιθεωρήσει τη διανομή. Και βλέπει τα άλλα ζώα να έχουν τα πάντα κανονικά. Όμως τον άνθρωπο γυμνό και ανυπόδητο, χωρίς στρώμα και όπλα. Πλησίαζε, όμως, η ορισμένη από τη μοίρα μέρα, που έπρεπε και ο άνθρωπος να βγει από τη γη στο φως. Επειδή, λοιπόν, ο Προμηθέας βρισκόταν σε αμηχανία ποια σωτηρία να βρει για τον άνθρωπο, κλέβει τις τεχνικές γνώσεις του Ηφαίστου και της Αθηνάς, μαζί με τη φωτιά -γιατί ήταν αδύνατο, χωρίς τη φωτιά, να αποκτήσει κανείς ή να χρησιμοποιήσει αυτές τις γνώσεις- και τις δωρίζει στον άνθρωπο. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο άνθρωπος απέκτησε τις τεχνικές δεξιότητες για τη ζωή. Την πολιτική ικανότητα όμως δεν την είχε. Αυτή την κατείχε ο Δίας. Ο Προμηθέας δεν μπορούσε πια να μπει στην ακρόπολη, την κατοικία του Δία. Και οι φρουροί του Δία, εξάλλου, ήταν φοβεροί. Μπαίνει όμως κρυφά στο κοινό εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου, όπου οι δυο τους ασκούσαν την τέχνη τους. κλέβει την τέχνη της φωτιάς από τον Ήφαιστο και την άλλη της Αθηνάς, και τις δίνει στον άνθρωπο. Μ’ αυτό λοιπόν τον τρόπο, ο άνθρωπος εξασφάλισε όλα τα μέσα για τη ζωή του. Ο Προμηθέας όμως, εξαιτίας του Επιμηθέα, όπως λέγεται, κατηγορήθηκε αργότερα για κλοπή.
ΕΝΟΤΗΤΑ 4η
ΕΝΟΤΗΤΑ 4η
Επειδή, τώρα, ο άνθρωπος πήρε κάτι από τους θεούς, πρώτα εξαιτίας της συγγένειας του μαζί τους, μόνος αυτός απ' όλα τα ζώα πίστεψε σε θεούς, και προσπαθούσε να κατασκευάσει βωμούς και αγάλματα Θεών. Έπειτα, γρήγορα, άρθρωσε με επιδεξιότητα φωνή και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και σκεπάσματα και τροφές από τη γη. Με αυτά τα εφόδια οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, και πόλεις δεν υπήρχαν. Αφανίζονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί, από κάθε άποψη, ήταν ασθενέστεροι από αυτά. Για την εξασφάλιση της τροφής τους οι τεχνικές τους ικανότητες παρείχαν αρκετή βοήθεια. ήταν όμως ανεπαρκείς στον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις. Όταν όμως συγκεντρώνονταν όλοι μαζί αδικούσαν ο ένας τον άλλο επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη. σκόρπιζαν έτσι, πάλι, και αφανίζονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να αποτελούν κοσμήματα για τις πόλεις και δεσμούς που στερεώνουν τη φιλία. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιον τρόπο θα δώσει τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους: «να μοιράσω και αυτές όπως μοιράζουν τις τέχνες;» Τις έχουν μοιράσει με τον εξής τρόπο: ένας που κατέχει την ιατρική τέχνη, είναι αρκετός για πολλούς συμπολίτες του, το ίδιο και οι άλλοι δημιουργοί. Τη δικαιοσύνη λοιπόν και την αιδώ, έτσι να τις τοποθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους; Σε όλους, είπε ο Δίας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ' αυτές, όπως στις άλλες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο, εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης.
Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψη τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις, δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αφορά την πολιτική ικανότητα, γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ' όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή, διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΕΝΟΤΗΤΑ 4η (322a – 332a)
Η γλώσσα δημιουργείται από την ανθρώπινη νόηση και βούληση, δε δίνεται από το Θεό. Η αρχαία παράδοση ήταν θεοκρατική. Την άποψη αυτή εκφράζει ο Ηρόδοτος. Η σύγχρονη γλωσσολογία επιβεβαιώνει τη σοφιστική άποψη και μάλιστα η διπλή άρθρωση της γλώσσας (άρθρωση φθόγγων και άρθρωση λέξεων) την οποία ανέλυσε ίσως υποδηλώνεται και από τη φράση του Πρωταγόρα «φωνήν και ονόματα διηρθρώσατο».
Από την αρχή επίσης οι άνθρωποι έχουν μέσα τους την έμφυτη ορμή για λατρεία. Ο ίδιος ο Πρωταγόρας αναγνωρίζει ενδεχομένως ότι η λατρεία προσιδιάζει στον άνθρωπο και ίσως να είναι και κάτι το απαραίτητο, χωρίς όμως να παίρνει θέση σχετικά με την ύπαρξη του αντικειμένου της.
Το ένστικτο της πίστης και της λατρείας είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση και η απόδοσή του σε θεϊκή συγγένεια δεν είναι κάτι το περίεργο σε μια αφήγηση που ομολογουμένως δίνεται σε μορφή λαϊκής μυθολογίας για να γίνεται πιο ευχάριστη.
Η προστασία από τα θηρία και γενικά από τους κινδύνους της φύσης απαιτεί τη συγκρότηση οργανωμένης κοινωνίας. Η έκφραση δε συνεπάγεται κατά τη γνώμη μας ότι ο Πρωταγόρας είναι υπέρ του πολέμου. Το αντίθετο φαίνεται να πιστεύει ο Δ. Γουδής (σ. 83) ο οποίο υποστηρίζει ότι ο πόλεμος παρά τα μεγάλα κακά τα οποία προξενεί, δίκαια θεωρείται από τον Πρωταγόρα στοιχείο της πολιτικής γιατί αναπτύσσει τις ευγενέστερες ορμές του ανθρώπου, την άμυνα υπέρ του δικαίου και της ελευθερίας, υπέρ βωμών και εστιών, αφυπνίζει τα έθνη από την ηθική νάρκη μακροχρόνιας ειρήνης, μεταδίδει τον υψηλότερο πολιτισμό πολιτισμένων λαών σε βαρβάρους.
Κατά τον Πρωταγόρα οι άνθρωποι ένοιωθαν την ανάγκη (εζήτουν) της συνάθροισης, της συμβίωσης. Ο άνθρωπος δηλαδή επιβιώνει μόνο χάρη στην ικανότητά του για κοινωνική ζωή. Η βασική αυτή θέση μπορεί να θεωρηθεί προδιατύπωση της βασικής θέσης του Αριστοτέλη για τον άνθρωπο φύσει «πολιτικόν όν»
αιδώς : συναίσθημα ντροπής του κοινωνικού ανθρώπου για κάθε πράξη που προσκρούει στον καθιερωμένο ηθικό κοινωνικό κώδικα του κοινωνικού σώματος.
δίκη : το αίσθημα της δικαιοσύνης, η έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο. Από αυτά πηγάζει η πολιτική αρετή, με αυτά εξασφαλίζεται η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, εμπεδώνεται η πολιτική ενότητα και η κοινωνική αρμονία.
Ο Α. Μπαγιόνας αναφέρει: «Η εξέλιξη της ηθικής συνείδησης οδηγεί τους ανθρώπους στην αποδοχή των αξιών της αιδούς και της δίκης…. Η ηθική συνείδηση αναπτύσσεται από την ανάγκη να ανταποκριθεί ο άνθρωπος στις απαιτήσεις μιας κοινωνίας με προηγμένο πολιτισμό. Κάθε πολιτισμικά προηγμένη κοινωνία θεμελιώνεται πάνω στις αξίες της αιδούς και της δίκης. Οι αξίες αυτές είναι καθολικές και για τις πολιτισμικά προηγμένες κοινωνίες είναι συνάμα αποτέλεσμα της εξέλιξης της ηθικής συνείδησης και της εξέλιξης του πολιτισμού που την εκφράζει και την κατευθύνει».
Συνείδηση: Η αντίληψη που έχει το άτομο για τα φαινόμενα που συμβαίνουν στον εξωτερικό κόσμο και η λειτουργία με την οποία παριστάνει ορισμένους σκοπούς ως επιθυμητούς και επιδιώκει να τους πραγματοποιήσει με την πράξη του.
Ηθική Συνείδηση: Η λειτουργία με την οποία επιθυμούμε ή αποστρεφόμαστε ορισμένους σκοπούς και επιδοκιμάζουμε ή αποδοκιμάζουμε την επιθυμία ή την αποστροφή μας προς αυτούς.
Α. Μπαγιόνας (2), σ. 15
αι τέχναι νενέμηνται : Ο Πρωταγόρας κατανοεί τη σημασία του καταμερισμού της εργασίας, για την πρόοδο όπως προκύπτει από το σημείο αυτό αλλά και από τα επιτεύγματα της δεύτερης φάσης της εξέλιξης. Γι αυτό και θέτει το πρόβλημα με την ερώτηση του Ερμή. Αν περιλαμβανόταν στον καταμερισμό εργασίας και η πολιτική, δε θα συμμετείχαν όλοι στην πολιτική ζωή και δε θα υπήρχαν πόλεις, με την έννοια πως η πολιτική προϋποθέτει πως οι άνθρωποι αποδέχονται κοινές ηθικές αξίες, την αιδώ και τη δίκη. Αν δεν τις αποδέχονταν, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί θα κατέληγαν στην αλληλοεξόντωση των ανθρώπων όπως στην προηγούμενη φάση. Η πολιτική συνδέεται άμεσα με την αιδώ και τη δίκη, που αποτελούν το θεμέλιο και την αναγκαία προϋπόθεσή της. Με την έννοια αυτή θα ήταν αδιανόητο να μην έχουν δοθεί σε όλους. Κατάληξη αυτής της πολιτιστικής εξέλιξης αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα.
Δε γίνεται άμεση διάκριση μεταξύ δημοκρατίας και άλλων πολιτευμάτων αλλά ο Πρωταγόρας φαίνεται (και από τη συνέχεια της «ρήσης») να δέχεται ότι το δημοκρατικό πολίτευμα είναι αυτό που περισσότερο ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας πολιτιστικά προηγμένης κοινωνίας. Η αιδώς και η δίκη αναπτύσσονται μόνο μέσα στην κοινωνική ζωή και σε μια δημοκρατική κοινωνία βρίσκουν την πλήρη έκφρασή τους. Υπάρχει η φυσική καταβολή και η ισομοιρία (ισοκατανομή) της πολιτικής η οποία όμως θα χρειαστεί το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί.
Το στάδιο της συγκρότησης πόλεων : Το πέρασμα γίνεται προοδευτικά και πάντα κάτω από το νόμο της ανάγκης. Οι άνθρωποι αφανίζονται αρχικά επειδή δεν κατέχουν την τέχνη να ζουν μαζί σε πόλεις. Από τα παθήματά τους μαθαίνουν να ενεργούν δίκαια και να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.
Ο Δίας δε μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των δύο αρετών στους ανθρώπους μια και δεν αποτελούν μέρος της αρχικής τους φύσης. Αν αφαιρέσουμε το περίβλημα του μύθου, σημαίνει ότι το θέσπισμα, ο μύθος αυτός, ήταν «το έργο του χρόνου, της πικρής πείρας και της ανάγκης». Ενισχύει τη θέση ότι όλοι πρέπει να έχουν συμμετοχή στην αρετή.
Όσοι δεν έχουν συνείδηση των αξιών της αιδούς και της δίκης αποτελούν νοσηρά στοιχεία της πόλης που έχει δικαίωμα να τους τιμωρήσει, αφού πρώτα θα έχει χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να τους αλλάξει. Σήμερα θα θεωρούσαμε τη θανάτωση σκληρό και απάνθρωπο μέτρο.
Αν αφαιρέσουμε τα μυθολογικά στοιχεία από την αφήγηση του Πρωταγόρα, μένει ότι η αρετή καθεαυτή δεν ήταν εξ’ αρχής μέρος της ανθρώπινης φύσης, γι’ αυτό και οι πρωτόγονοι μολονότι είχαν την ικανότητα να μαθαίνουν διάφορες τέχνες, όπως τη χρήση της φωτιάς, την επεξεργασία των μετάλλων κ.ο.κ , συμπεριφέρονταν με αγριότητα ο ένας στον άλλο και δε μπορούσαν να συνεργαστούν. Αλλά η ανθρώπινη φύση φέρει μέσα της τις καταβολές για να μετεξελιχθεί ηθικά. Σ’ αυτό ακριβώς είναι αναγκαία η διδασκαλία.
Ερμηνευτικές ερωτήσεις ανοικτού τύπου
1. Ποια στάδια εξέλιξης πέρασε ο άνθρωπος σύμφωνα με το μύθο; Ποια τα χαρακτηριστικά καθενός;
2. Τι είχαν επιτύχει και σε ποιο στάδιο εξέλιξης είχαν φτάσει οι άνθρωποι πριν τη δημιουργία των πόλεων;
3. Η πολεμική τέχνη παρουσιάζεται ως μέρος της πολιτικής. Πως εξηγείται κατά τη γνώμη σας αυτό;
4. Η λέξη πόλις επαναλαμβάνεται στο κείμενο πέντε φορές. Τι δηλώνεται κατά τη γνώμη σας με την επανάληψη αυτή;
5. Αιδώς, Δίκη ποιο είναι το περιεχόμενο καθεμιάς από τις έννοιες; Γιατί θεωρούνται πόλεων κόσμοι και δεσμοί φιλίας συναγωγοί;
6. Σε ποιο σημείο του κειμένου γίνεται αναφορά στον καταμερισμό της εργασίας; ποια σημασία του αποδίδει ο Πρωταγόρας για την εξέλιξη του πολιτισμού και γιατί η πολιτική δε μπορούσε να περιλαμβάνεται στον καταμερισμό αυτό;
7. «ου γαρ εγένοιντο πόλεις……μετέχοιεν»: η άποψη αυτή αναφέρεται μόνο σε δημοκρατικά πολιτεύματα ή σε όλα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
8. Ποιο στάδιο στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου εκπροσωπεί η πολιτική τέχνη και πώς συντελείται το πέρασμα σ’ αυτό;
Λεξιλογικές – Σημασιολογικές ασκήσεις
1. δικαιοσύνη, φημί, μετέχω, αθροίζω, ταχέως, δίδωμι, δείδω: Να γράψετε στην αρχαία ελληνική από ένα συνώνυμο ή αντώνυμο για τις λέξεις που σας δίνονται.
2. νέμω, (δια)φθείρω, δίκη, νόσος, κόσμος: Από το θέμα κάθε λέξης που σας δίνεται να σχηματίσετε πέντε παράγωγες απλές ή σύνθετες
Επειδή, τώρα, ο άνθρωπος πήρε κάτι από τους θεούς, πρώτα εξαιτίας της συγγένειας του μαζί τους, μόνος αυτός απ' όλα τα ζώα πίστεψε σε θεούς, και προσπαθούσε να κατασκευάσει βωμούς και αγάλματα Θεών. Έπειτα, γρήγορα, άρθρωσε με επιδεξιότητα φωνή και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και σκεπάσματα και τροφές από τη γη. Με αυτά τα εφόδια οι άνθρωποι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, και πόλεις δεν υπήρχαν. Αφανίζονταν λοιπόν από τα θηρία, γιατί, από κάθε άποψη, ήταν ασθενέστεροι από αυτά. Για την εξασφάλιση της τροφής τους οι τεχνικές τους ικανότητες παρείχαν αρκετή βοήθεια. ήταν όμως ανεπαρκείς στον πόλεμο με τα θηρία. Γιατί δεν είχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική. Επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρωθούν και να εξασφαλίσουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις. Όταν όμως συγκεντρώνονταν όλοι μαζί αδικούσαν ο ένας τον άλλο επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη. σκόρπιζαν έτσι, πάλι, και αφανίζονταν. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως εξαφανιστεί όλο, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη, για να αποτελούν κοσμήματα για τις πόλεις και δεσμούς που στερεώνουν τη φιλία. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιον τρόπο θα δώσει τη δικαιοσύνη και την αιδώ στους ανθρώπους: «να μοιράσω και αυτές όπως μοιράζουν τις τέχνες;» Τις έχουν μοιράσει με τον εξής τρόπο: ένας που κατέχει την ιατρική τέχνη, είναι αρκετός για πολλούς συμπολίτες του, το ίδιο και οι άλλοι δημιουργοί. Τη δικαιοσύνη λοιπόν και την αιδώ, έτσι να τις τοποθετήσω ανάμεσα στους ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους; Σε όλους, είπε ο Δίας, και όλοι να έχουν μερίδιο. Γιατί δε θα υπήρχαν πόλεις, αν συμμετείχαν λίγοι σ' αυτές, όπως στις άλλες τέχνες. Και, βέβαια, να θέσεις εκ μέρους μου νόμο, εκείνον που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης.
Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψη τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις, δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αφορά την πολιτική ικανότητα, γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ' όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή, διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ
ΕΝΟΤΗΤΑ 4η (322a – 332a)
Η γλώσσα δημιουργείται από την ανθρώπινη νόηση και βούληση, δε δίνεται από το Θεό. Η αρχαία παράδοση ήταν θεοκρατική. Την άποψη αυτή εκφράζει ο Ηρόδοτος. Η σύγχρονη γλωσσολογία επιβεβαιώνει τη σοφιστική άποψη και μάλιστα η διπλή άρθρωση της γλώσσας (άρθρωση φθόγγων και άρθρωση λέξεων) την οποία ανέλυσε ίσως υποδηλώνεται και από τη φράση του Πρωταγόρα «φωνήν και ονόματα διηρθρώσατο».
Από την αρχή επίσης οι άνθρωποι έχουν μέσα τους την έμφυτη ορμή για λατρεία. Ο ίδιος ο Πρωταγόρας αναγνωρίζει ενδεχομένως ότι η λατρεία προσιδιάζει στον άνθρωπο και ίσως να είναι και κάτι το απαραίτητο, χωρίς όμως να παίρνει θέση σχετικά με την ύπαρξη του αντικειμένου της.
Το ένστικτο της πίστης και της λατρείας είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση και η απόδοσή του σε θεϊκή συγγένεια δεν είναι κάτι το περίεργο σε μια αφήγηση που ομολογουμένως δίνεται σε μορφή λαϊκής μυθολογίας για να γίνεται πιο ευχάριστη.
Η προστασία από τα θηρία και γενικά από τους κινδύνους της φύσης απαιτεί τη συγκρότηση οργανωμένης κοινωνίας. Η έκφραση δε συνεπάγεται κατά τη γνώμη μας ότι ο Πρωταγόρας είναι υπέρ του πολέμου. Το αντίθετο φαίνεται να πιστεύει ο Δ. Γουδής (σ. 83) ο οποίο υποστηρίζει ότι ο πόλεμος παρά τα μεγάλα κακά τα οποία προξενεί, δίκαια θεωρείται από τον Πρωταγόρα στοιχείο της πολιτικής γιατί αναπτύσσει τις ευγενέστερες ορμές του ανθρώπου, την άμυνα υπέρ του δικαίου και της ελευθερίας, υπέρ βωμών και εστιών, αφυπνίζει τα έθνη από την ηθική νάρκη μακροχρόνιας ειρήνης, μεταδίδει τον υψηλότερο πολιτισμό πολιτισμένων λαών σε βαρβάρους.
Κατά τον Πρωταγόρα οι άνθρωποι ένοιωθαν την ανάγκη (εζήτουν) της συνάθροισης, της συμβίωσης. Ο άνθρωπος δηλαδή επιβιώνει μόνο χάρη στην ικανότητά του για κοινωνική ζωή. Η βασική αυτή θέση μπορεί να θεωρηθεί προδιατύπωση της βασικής θέσης του Αριστοτέλη για τον άνθρωπο φύσει «πολιτικόν όν»
αιδώς : συναίσθημα ντροπής του κοινωνικού ανθρώπου για κάθε πράξη που προσκρούει στον καθιερωμένο ηθικό κοινωνικό κώδικα του κοινωνικού σώματος.
δίκη : το αίσθημα της δικαιοσύνης, η έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο. Από αυτά πηγάζει η πολιτική αρετή, με αυτά εξασφαλίζεται η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, εμπεδώνεται η πολιτική ενότητα και η κοινωνική αρμονία.
Ο Α. Μπαγιόνας αναφέρει: «Η εξέλιξη της ηθικής συνείδησης οδηγεί τους ανθρώπους στην αποδοχή των αξιών της αιδούς και της δίκης…. Η ηθική συνείδηση αναπτύσσεται από την ανάγκη να ανταποκριθεί ο άνθρωπος στις απαιτήσεις μιας κοινωνίας με προηγμένο πολιτισμό. Κάθε πολιτισμικά προηγμένη κοινωνία θεμελιώνεται πάνω στις αξίες της αιδούς και της δίκης. Οι αξίες αυτές είναι καθολικές και για τις πολιτισμικά προηγμένες κοινωνίες είναι συνάμα αποτέλεσμα της εξέλιξης της ηθικής συνείδησης και της εξέλιξης του πολιτισμού που την εκφράζει και την κατευθύνει».
Συνείδηση: Η αντίληψη που έχει το άτομο για τα φαινόμενα που συμβαίνουν στον εξωτερικό κόσμο και η λειτουργία με την οποία παριστάνει ορισμένους σκοπούς ως επιθυμητούς και επιδιώκει να τους πραγματοποιήσει με την πράξη του.
Ηθική Συνείδηση: Η λειτουργία με την οποία επιθυμούμε ή αποστρεφόμαστε ορισμένους σκοπούς και επιδοκιμάζουμε ή αποδοκιμάζουμε την επιθυμία ή την αποστροφή μας προς αυτούς.
Α. Μπαγιόνας (2), σ. 15
αι τέχναι νενέμηνται : Ο Πρωταγόρας κατανοεί τη σημασία του καταμερισμού της εργασίας, για την πρόοδο όπως προκύπτει από το σημείο αυτό αλλά και από τα επιτεύγματα της δεύτερης φάσης της εξέλιξης. Γι αυτό και θέτει το πρόβλημα με την ερώτηση του Ερμή. Αν περιλαμβανόταν στον καταμερισμό εργασίας και η πολιτική, δε θα συμμετείχαν όλοι στην πολιτική ζωή και δε θα υπήρχαν πόλεις, με την έννοια πως η πολιτική προϋποθέτει πως οι άνθρωποι αποδέχονται κοινές ηθικές αξίες, την αιδώ και τη δίκη. Αν δεν τις αποδέχονταν, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί θα κατέληγαν στην αλληλοεξόντωση των ανθρώπων όπως στην προηγούμενη φάση. Η πολιτική συνδέεται άμεσα με την αιδώ και τη δίκη, που αποτελούν το θεμέλιο και την αναγκαία προϋπόθεσή της. Με την έννοια αυτή θα ήταν αδιανόητο να μην έχουν δοθεί σε όλους. Κατάληξη αυτής της πολιτιστικής εξέλιξης αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα.
Δε γίνεται άμεση διάκριση μεταξύ δημοκρατίας και άλλων πολιτευμάτων αλλά ο Πρωταγόρας φαίνεται (και από τη συνέχεια της «ρήσης») να δέχεται ότι το δημοκρατικό πολίτευμα είναι αυτό που περισσότερο ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας πολιτιστικά προηγμένης κοινωνίας. Η αιδώς και η δίκη αναπτύσσονται μόνο μέσα στην κοινωνική ζωή και σε μια δημοκρατική κοινωνία βρίσκουν την πλήρη έκφρασή τους. Υπάρχει η φυσική καταβολή και η ισομοιρία (ισοκατανομή) της πολιτικής η οποία όμως θα χρειαστεί το κατάλληλο έδαφος για να αναπτυχθεί.
Το στάδιο της συγκρότησης πόλεων : Το πέρασμα γίνεται προοδευτικά και πάντα κάτω από το νόμο της ανάγκης. Οι άνθρωποι αφανίζονται αρχικά επειδή δεν κατέχουν την τέχνη να ζουν μαζί σε πόλεις. Από τα παθήματά τους μαθαίνουν να ενεργούν δίκαια και να σέβονται τα δικαιώματα των άλλων.
Ο Δίας δε μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των δύο αρετών στους ανθρώπους μια και δεν αποτελούν μέρος της αρχικής τους φύσης. Αν αφαιρέσουμε το περίβλημα του μύθου, σημαίνει ότι το θέσπισμα, ο μύθος αυτός, ήταν «το έργο του χρόνου, της πικρής πείρας και της ανάγκης». Ενισχύει τη θέση ότι όλοι πρέπει να έχουν συμμετοχή στην αρετή.
Όσοι δεν έχουν συνείδηση των αξιών της αιδούς και της δίκης αποτελούν νοσηρά στοιχεία της πόλης που έχει δικαίωμα να τους τιμωρήσει, αφού πρώτα θα έχει χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να τους αλλάξει. Σήμερα θα θεωρούσαμε τη θανάτωση σκληρό και απάνθρωπο μέτρο.
Αν αφαιρέσουμε τα μυθολογικά στοιχεία από την αφήγηση του Πρωταγόρα, μένει ότι η αρετή καθεαυτή δεν ήταν εξ’ αρχής μέρος της ανθρώπινης φύσης, γι’ αυτό και οι πρωτόγονοι μολονότι είχαν την ικανότητα να μαθαίνουν διάφορες τέχνες, όπως τη χρήση της φωτιάς, την επεξεργασία των μετάλλων κ.ο.κ , συμπεριφέρονταν με αγριότητα ο ένας στον άλλο και δε μπορούσαν να συνεργαστούν. Αλλά η ανθρώπινη φύση φέρει μέσα της τις καταβολές για να μετεξελιχθεί ηθικά. Σ’ αυτό ακριβώς είναι αναγκαία η διδασκαλία.
Ερμηνευτικές ερωτήσεις ανοικτού τύπου
1. Ποια στάδια εξέλιξης πέρασε ο άνθρωπος σύμφωνα με το μύθο; Ποια τα χαρακτηριστικά καθενός;
2. Τι είχαν επιτύχει και σε ποιο στάδιο εξέλιξης είχαν φτάσει οι άνθρωποι πριν τη δημιουργία των πόλεων;
3. Η πολεμική τέχνη παρουσιάζεται ως μέρος της πολιτικής. Πως εξηγείται κατά τη γνώμη σας αυτό;
4. Η λέξη πόλις επαναλαμβάνεται στο κείμενο πέντε φορές. Τι δηλώνεται κατά τη γνώμη σας με την επανάληψη αυτή;
5. Αιδώς, Δίκη ποιο είναι το περιεχόμενο καθεμιάς από τις έννοιες; Γιατί θεωρούνται πόλεων κόσμοι και δεσμοί φιλίας συναγωγοί;
6. Σε ποιο σημείο του κειμένου γίνεται αναφορά στον καταμερισμό της εργασίας; ποια σημασία του αποδίδει ο Πρωταγόρας για την εξέλιξη του πολιτισμού και γιατί η πολιτική δε μπορούσε να περιλαμβάνεται στον καταμερισμό αυτό;
7. «ου γαρ εγένοιντο πόλεις……μετέχοιεν»: η άποψη αυτή αναφέρεται μόνο σε δημοκρατικά πολιτεύματα ή σε όλα; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
8. Ποιο στάδιο στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου εκπροσωπεί η πολιτική τέχνη και πώς συντελείται το πέρασμα σ’ αυτό;
Λεξιλογικές – Σημασιολογικές ασκήσεις
1. δικαιοσύνη, φημί, μετέχω, αθροίζω, ταχέως, δίδωμι, δείδω: Να γράψετε στην αρχαία ελληνική από ένα συνώνυμο ή αντώνυμο για τις λέξεις που σας δίνονται.
2. νέμω, (δια)φθείρω, δίκη, νόσος, κόσμος: Από το θέμα κάθε λέξης που σας δίνεται να σχηματίσετε πέντε παράγωγες απλές ή σύνθετες
ΕΝΟΤΗΤΑ 5η
ΕΝΟΤΗΤΑ 5η
Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψη τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις, δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αφορά την πολιτική ικανότητα, γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ' όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή' διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.
Και για να μη νομίζεις ότι πλανάσαι, αν συμφωνήσεις ότι, πράγματι, όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως κάθε άνδρας μετέχει στη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή, δέξου αυτό ως απόδειξη. Γιατί στις άλλες ικανότητες, όπως εσύ το λες, αν κάποιος ισχυριστεί ότι είναι καλός αυλητής ή κατέχει κάποια άλλη τέχνη, την οποία δεν ξέρει, ή τον περιγελούν ή οργίζονται μαζί του. Και οι δικοί του τον πλησιάζουν και τον συμβουλεύουν, σα να πρόκειται για τρελό. Στην περίπτωση της δικαιοσύνης, όμως, και της άλλης πολιτικής αρετής, ακόμη και αν ξέρουν ότι κάποιος κάνει αδικίες, αν αυτός ο ίδιος, μπροστά σε πολλούς, λέει την αλήθεια για τον εαυτό του, εκείνο που πριν νόμιζαν ότι είναι σωφροσύνη, δηλαδή να λέει κανείς την αλήθεια, εδώ το λένε τρέλα. Και ισχυρίζονται πως πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, και ότι είναι τρελός όποιος δεν προσποιείται τον δίκαιο. Γιατί το βρίσκουν αναγκαίο, κανείς να μην υπάρχει που, κατά κάποιον τρόπο, να μη μετέχει στη δικαιοσύνη. διαφορετικά, δεν πρέπει να ζει με τους ανθρώπους.
Για το γεγονός, λοιπόν, ότι εύλογα οι Αθηναίοι δέχονται κάθε άνδρα ως σύμβουλο γι' αυτή την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι καθένας μετέχει σ' αυτή, αυτά λέω. Ότι, όμως, δεν πιστεύουν ότι η αρετή αυτή είναι έμφυτη, ούτε εμφανίζεται τυχαία, αλλά μπορεί να διδαχτεί, και, οποίος την αποκτά, την αποκτά με φροντίδα, αυτό, ύστερα από το προηγούμενο θέμα, θα προσπαθήσω να σου αποδείξω. Γιατί, για όσα κακά οι άνθρωποι πιστεύουν, ο ένας για τον άλλο, πως έχουν έμφυτα ή από τύχη, κανένας δεν οργίζεται ούτε συμβουλεύει ούτε διδάσκει ούτε τιμωρεί όσους τα έχουν, για να πάψουν να είναι τέτοιοι, αλλά τους λυπούνται. στους άσχημους, λόγου χάρη, ή στους κοντούς ή στους καχεκτικούς, ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να επιχειρήσει να κάνει κάτι απ’ αυτά; Γιατί ξέρουν, νομίζω, ότι τα καλά και τα αντίθετα τους υπάρχουν από τη φύση στους ανθρώπους ή εμφανίζονται τυχαία. Όσα καλά, όμως, θεωρούν ότι οι άνθρωποι τα αποκτούν με φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία, αν κάποιος δεν τα έχει, έχει όμως τα αντίθετα τους κακά, γι' αυτά υπάρχουν οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι συμβουλές. Ένα από αυτά είναι και η αδικία και η ασέβεια και, μ' ένα λόγο, ό,τι είναι αντίθετο στην πολιτική αρετή. Όπου, λοιπόν, καθένας θυμώνει με τον καθένα και τον συμβουλεύει, αυτό γίνεται, ολοφάνερα, επειδή πιστεύουν ότι η αρετή αυτή μπορεί να αποκτηθεί με επιμέλεια και μάθηση.
ΕΝΟΤΗΤΑ 5η (323a – e)
«ηγουνται πάντες…αρετης»: Το επιχείρημα του Πρωταγόρα στηρίζεται στην κοινή αντίληψη. Δεν το θεμελιώνει λογικά. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν έχει ουσιαστική – αντικειμενική βάση. Άλλωστε ακολουθεί εμπειρική απόδειξη που αρχίζει με τη λέξη «τεκμήριον».
«τεκμήριον»: Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδύνατη, αν δε διαθέτουν όλοι την πολιτική αρετή. Γι’ αυτό και αν κάποιος στερείται τη σωφροσύνη ή τη δικαιοσύνη, την αρετή του πολίτη γενικά, πρέπει να υποκρίνεται ότι τις κατέχει. Η υποκρισία, παρατηρεί ο Α. Taylor είναι ο φόρος που η κακία οφείλει στην αρετή.
«ή μη είναι εν ανθρώποις»: Υποστηρίχθηκε ότι τουλάχιστο αυτή η τιμωρία είναι ηπιότερη (πβ. «κτενειν ως νόσον πόλεως»). Όμως κάτι τέτοιο αμφισβητείται γιατί είναι δεδομένο ότι η εξορία εκείνη την εποχή ισοδυναμούσε με θάνατο. Πρβ. τις απόψεις του Σωκράτη στον Κρίτωνα.
Ο Δίας δε μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των αρετών σε όλους τους ανθρώπους αφού αυτές δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής τους φύσης. Χρειάζεται επομένως διδασκαλία. Δεν υπάρχει αντίφαση αν με το Δία όπως και με την έκφραση «φύσει» εννοήσουμε την προδιάθεση, το «δυνάμει» κατά τον Αριστοτέλη, που μετατρέπεται σε ενεργεία με τη διδασκαλία.
«ου φύσει αλλά διδακτόν»: Σύμφωνα με την αρχαϊκή αντίληψη περί ηθικής, οι ιδιότητες - τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου – δίνονται εκ φύσεως και όσο ανώτερο είναι το «γένος», η γενιά, τόσο ανώτερα, «ευγενέστερα» τα χαρακτηριστικά. Η διδασκαλία των σοφιστών αμφισβητεί αυτή την ηθική και μερικοί από τους σοφιστές διατυπώνουν θέσεις στις οποίες η ανθρωπότητα θα καταλήξει ξανά στην εποχή του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, όπως ότι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους ίσοι και ότι οι ανισότητες είναι θέμα κοινωνικών συμβάσεων. Με το «ου φύσει» θα εννοήσουμε ότι δε δίνεται «έτοιμη» από τη φύση η πολιτική αρετή αλλά ότι δίνεται μόνο ως δυνατότητα σε όλους. Τα υπόλοιπα είναι θέμα διδασκαλίας και διαπαιδαγώγησης, όπως θα τονίσει στα επόμενα ο Πρωταγόρας. Η διάκριση φύσει – διδακτόν μπορεί να συσχετιστεί με θεμελιώδη διάκριση των σοφιστών σε φύσει και νόμω. Η διάκριση φύσει και νόμω διαφοροποιεί και τους σοφιστές μεταξύ τους. Ο Πρωταγόρας ανήκει στους υποστηρικτές του νόμου αντίθετα με τον Ιππία. (βλ. εισαγωγή σελ. 28)
Έτσι λοιπόν, Σωκράτη, και γι' αυτούς τους λόγους, οι άλλοι Έλληνες και οι Αθηναίοι, όταν πρόκειται για την ξυλουργική τέχνη ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, πιστεύουν ότι λίγοι έχουν το δικαίωμα να λένε την άποψη τους. Κι αν κάποιος, που δεν ανήκει στους λίγους, επιχειρεί να εκφέρει γνώμη, δεν το ανέχονται, όπως υποστηρίζεις, δικαιολογημένα μάλιστα, όπως ισχυρίζομαι κι εγώ. Όταν, όμως, έρχονται να ζητήσουν γνώμη σε θέμα που αφορά την πολιτική ικανότητα, γνώμη που ολόκληρη πρέπει να περνά από τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη, τότε σωστά ακούν τη γνώμη κάθε άνδρα, γιατί σ' όλους ταιριάζει να έχουν μέρος στην ικανότητα αυτή' διαφορετικά δε θα υπάρχουν πόλεις. Αυτή είναι, Σωκράτη, η αιτία του πράγματος.
Και για να μη νομίζεις ότι πλανάσαι, αν συμφωνήσεις ότι, πράγματι, όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως κάθε άνδρας μετέχει στη δικαιοσύνη και την άλλη πολιτική αρετή, δέξου αυτό ως απόδειξη. Γιατί στις άλλες ικανότητες, όπως εσύ το λες, αν κάποιος ισχυριστεί ότι είναι καλός αυλητής ή κατέχει κάποια άλλη τέχνη, την οποία δεν ξέρει, ή τον περιγελούν ή οργίζονται μαζί του. Και οι δικοί του τον πλησιάζουν και τον συμβουλεύουν, σα να πρόκειται για τρελό. Στην περίπτωση της δικαιοσύνης, όμως, και της άλλης πολιτικής αρετής, ακόμη και αν ξέρουν ότι κάποιος κάνει αδικίες, αν αυτός ο ίδιος, μπροστά σε πολλούς, λέει την αλήθεια για τον εαυτό του, εκείνο που πριν νόμιζαν ότι είναι σωφροσύνη, δηλαδή να λέει κανείς την αλήθεια, εδώ το λένε τρέλα. Και ισχυρίζονται πως πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, και ότι είναι τρελός όποιος δεν προσποιείται τον δίκαιο. Γιατί το βρίσκουν αναγκαίο, κανείς να μην υπάρχει που, κατά κάποιον τρόπο, να μη μετέχει στη δικαιοσύνη. διαφορετικά, δεν πρέπει να ζει με τους ανθρώπους.
Για το γεγονός, λοιπόν, ότι εύλογα οι Αθηναίοι δέχονται κάθε άνδρα ως σύμβουλο γι' αυτή την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι καθένας μετέχει σ' αυτή, αυτά λέω. Ότι, όμως, δεν πιστεύουν ότι η αρετή αυτή είναι έμφυτη, ούτε εμφανίζεται τυχαία, αλλά μπορεί να διδαχτεί, και, οποίος την αποκτά, την αποκτά με φροντίδα, αυτό, ύστερα από το προηγούμενο θέμα, θα προσπαθήσω να σου αποδείξω. Γιατί, για όσα κακά οι άνθρωποι πιστεύουν, ο ένας για τον άλλο, πως έχουν έμφυτα ή από τύχη, κανένας δεν οργίζεται ούτε συμβουλεύει ούτε διδάσκει ούτε τιμωρεί όσους τα έχουν, για να πάψουν να είναι τέτοιοι, αλλά τους λυπούνται. στους άσχημους, λόγου χάρη, ή στους κοντούς ή στους καχεκτικούς, ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να επιχειρήσει να κάνει κάτι απ’ αυτά; Γιατί ξέρουν, νομίζω, ότι τα καλά και τα αντίθετα τους υπάρχουν από τη φύση στους ανθρώπους ή εμφανίζονται τυχαία. Όσα καλά, όμως, θεωρούν ότι οι άνθρωποι τα αποκτούν με φροντίδα, άσκηση και διδασκαλία, αν κάποιος δεν τα έχει, έχει όμως τα αντίθετα τους κακά, γι' αυτά υπάρχουν οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι συμβουλές. Ένα από αυτά είναι και η αδικία και η ασέβεια και, μ' ένα λόγο, ό,τι είναι αντίθετο στην πολιτική αρετή. Όπου, λοιπόν, καθένας θυμώνει με τον καθένα και τον συμβουλεύει, αυτό γίνεται, ολοφάνερα, επειδή πιστεύουν ότι η αρετή αυτή μπορεί να αποκτηθεί με επιμέλεια και μάθηση.
ΕΝΟΤΗΤΑ 5η (323a – e)
«ηγουνται πάντες…αρετης»: Το επιχείρημα του Πρωταγόρα στηρίζεται στην κοινή αντίληψη. Δεν το θεμελιώνει λογικά. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν έχει ουσιαστική – αντικειμενική βάση. Άλλωστε ακολουθεί εμπειρική απόδειξη που αρχίζει με τη λέξη «τεκμήριον».
«τεκμήριον»: Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδύνατη, αν δε διαθέτουν όλοι την πολιτική αρετή. Γι’ αυτό και αν κάποιος στερείται τη σωφροσύνη ή τη δικαιοσύνη, την αρετή του πολίτη γενικά, πρέπει να υποκρίνεται ότι τις κατέχει. Η υποκρισία, παρατηρεί ο Α. Taylor είναι ο φόρος που η κακία οφείλει στην αρετή.
«ή μη είναι εν ανθρώποις»: Υποστηρίχθηκε ότι τουλάχιστο αυτή η τιμωρία είναι ηπιότερη (πβ. «κτενειν ως νόσον πόλεως»). Όμως κάτι τέτοιο αμφισβητείται γιατί είναι δεδομένο ότι η εξορία εκείνη την εποχή ισοδυναμούσε με θάνατο. Πρβ. τις απόψεις του Σωκράτη στον Κρίτωνα.
Ο Δίας δε μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των αρετών σε όλους τους ανθρώπους αφού αυτές δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής τους φύσης. Χρειάζεται επομένως διδασκαλία. Δεν υπάρχει αντίφαση αν με το Δία όπως και με την έκφραση «φύσει» εννοήσουμε την προδιάθεση, το «δυνάμει» κατά τον Αριστοτέλη, που μετατρέπεται σε ενεργεία με τη διδασκαλία.
«ου φύσει αλλά διδακτόν»: Σύμφωνα με την αρχαϊκή αντίληψη περί ηθικής, οι ιδιότητες - τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου – δίνονται εκ φύσεως και όσο ανώτερο είναι το «γένος», η γενιά, τόσο ανώτερα, «ευγενέστερα» τα χαρακτηριστικά. Η διδασκαλία των σοφιστών αμφισβητεί αυτή την ηθική και μερικοί από τους σοφιστές διατυπώνουν θέσεις στις οποίες η ανθρωπότητα θα καταλήξει ξανά στην εποχή του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, όπως ότι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους ίσοι και ότι οι ανισότητες είναι θέμα κοινωνικών συμβάσεων. Με το «ου φύσει» θα εννοήσουμε ότι δε δίνεται «έτοιμη» από τη φύση η πολιτική αρετή αλλά ότι δίνεται μόνο ως δυνατότητα σε όλους. Τα υπόλοιπα είναι θέμα διδασκαλίας και διαπαιδαγώγησης, όπως θα τονίσει στα επόμενα ο Πρωταγόρας. Η διάκριση φύσει – διδακτόν μπορεί να συσχετιστεί με θεμελιώδη διάκριση των σοφιστών σε φύσει και νόμω. Η διάκριση φύσει και νόμω διαφοροποιεί και τους σοφιστές μεταξύ τους. Ο Πρωταγόρας ανήκει στους υποστηρικτές του νόμου αντίθετα με τον Ιππία. (βλ. εισαγωγή σελ. 28)
ΕΝΟΤΗΤΑ 6η
ΕΝΟΤΗΤΑ 6η
Αν όντως θέλεις να καταλάβεις, Σωκράτη, τι σημασία μπορεί να έχει η τιμωρία όσων αδικούν, αυτό, το ίδιο, θα σου αποδείξει ότι οι άνθρωποι πιστεύουν πως η αρετή μπορεί να αποκτηθεί. Γιατί κανείς δεν τιμωρεί τους ανθρώπους που κάνουν αδικίες έχοντας αυτό στο νου του και για το λόγο αυτό, επειδή δηλαδή αδίκησαν. τουλάχιστον όποιος δεν εκδικείται σα ζώο, ασυλλόγιστα. Όποιος, όμως, έρχεται να τιμωρήσει με περίσκεψη, δεν επιβάλλει τιμωρία για το αδίκημα που έγινε - γιατί δεν μπορεί, εκείνο που έγινε, να κάνει ώστε να μην έχει γίνει - αλλά για χάρη του μέλλοντος, για να μην αδικήσει ξανά ούτε αυτός ο ίδιος, ούτε άλλος, που είδε να τον τιμωρούν. Κι όταν σκέφτεται με αυτό τον τρόπο, θεωρεί ότι η αρετή διδάσκεται. Τιμωρεί, λοιπόν, με σκοπό να αποτρέψει από το κακό. Αυτή λοιπόν τη σκέψη κάνουν όλοι όσοι επιβάλλουν τιμωρίες, και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή. Τιμωρούν, βέβαια, και επιβάλλουν ποινές σ' όσους κατά τη γνώμη τους κάνουν αδικίες, και οι άλλοι άνθρωποι, και μάλιστα οι Αθηναίοι, οι συμπολίτες σου. Ώστε, σύμφωνα με τούτο το συλλογισμό, και οι Αθηναίοι είναι από κείνους που πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται και μαθαίνεται. Ότι, λοιπόν, δικαιολογημένα οι συμπολίτες σου δέχονται και το σιδηρουργό και το σκυτοτόμο να τους συμβουλεύει για θέματα πολιτικής αρετής, και ότι πιστεύουν πως η αρετή διδάσκεται και μαθαίνεται, στο έχω αποδείξει ικανοποιητικά, Σωκράτη, όπως μου φαίνεται.
Αν η αρετή δε διδασκόταν οι απόψεις αυτές του Πρωταγόρα δε θα ευσταθούσαν, γιατί θα σήμαινε ότι είναι κάποιος καλός ή κακός εκ φύσεως. Τότε όμως θα ήταν αδύνατο να αλλάξει, άρα δε θα ήταν υπεύθυνος για την αδικία ούτε θα μπορούσε να του επιβληθεί ποινή. Ο Πρωταγόρας δίνει περιεχόμενο παιδευτικό – τελεολογικό στην ποινή.
Η ποινή έχει παιδευτικό και όχι κατασταλτικό σκοπό, σωφρονιστικό και όχι εκδικητικό. Απορρίπτονται τα κίνητρα της ανταπόδοσης και της αντεκδίκησης. Οι απόψεις του Πρωταγόρα για το ρόλο και τη σημασία της ποινής μπορούν να συγκριθούν με αυτές που διατύπωσε ο Ιταλός Cesare Beccaria την εποχή του διαφωτισμού. Σκοπός της ποινής είναι όχι η εκδίκηση αλλά ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα και ο παραδειγματισμός των άλλων.
Ερμηνευτικές ερωτήσεις ανοικτού τύπου
1 Πιστεύετε πως ο Πρωταγόρας εισάγει μια νέα αντίληψη για το νόημα και τη σημασία της ποινής σε σχέση με παλαιότερες εποχές; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
2 Να εξηγήσετε αν η επιβολή ποινών είναι έγκυρο και πειστικό επιχείρημα για το διδακτόν της αρετής.
3 Η παιδεία αναδεικνύεται σε κινητήρια δύναμη που θα μετατρέψει τον άνθρωπο από δυνάμει σε εν ενεργεία πολιτικό ον. Να αναλύσετε την άποψη αυτή με βάση τη συλλογιστική του Πρωταγόρα.
Λεξιλογικές – Σημασιολογικές ασκήσεις
1 «ο δε μετά λόγου – κολασθέντα»: Να εξηγήσετε τη σημασιολογική διαφορά των ρημάτων τιμωρουμαι και κολάζω.
2 πειρωμαι – πειρα: Να γράψετε δέκα λέξεις στη νέα ελληνική απλές ή σύνθετες, παράγωγες από το θέμα της λέξης που σας δίνεται.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 11η (514 Α – 515 Α)
[center]ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Μετά απ’ αυτά, είπα, παρομοίασε τη δική μας φύση σχετικά με την παιδεία και την αμάθεια με αυτή την εικόνα. Φαντάσου δηλαδή ανθρώπους σα να είναι σε μια υπόγεια κατοικία σαν σπηλιά που έχει την είσοδο ανοικτή ψηλά προς το φως σε όλο το μάκρος της σπηλιάς, μέσα σ’ αυτή να βρίσκονται από παιδιά δεμένοι με δεσμά και στα πόδια και στους αυχένες ώστε να μένουν ακίνητοι και να βλέπουν μόνο μπροστά τους χωρίς να μπορούν να στρέφουν το κεφάλι τους, εξ’ αιτίας των δεσμών και από πάνω, μακριά και από πίσω τους ένα φως να καίει από φωτιά, και μεταξύ της φωτιάς και των δεσμωτών να υπάρχει επάνω ένας δρόμος, κοντά στον οποίο φαντάσου να έχει κτιστεί ένας μικρός τοίχος όπως ακριβώς είναι τοποθετημένα από τους ταχυδακτυλουργούς τα παραπετάσματα πάνω από τα οποία δείχνουν τα τεχνάσματά τους.
Το Φαντάζομαι είπε.
Φαντάσου λοιπόν κοντά σ’ αυτόν τον τοίχο ανθρώπους να μεταφέρουν σκεύη κάθε είδους που εξέχουν από τον τοίχο, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα ζώων πέτρινα και ξύλινα και από κάθε λογής υλικό κατασκευασμένα. Όπως είναι φυσικό από αυτούς που μεταφέρουν άλλοι μιλούν και άλλοι μένουν σιωπηλοί.
Παράξενη, είπε, εικόνα περιγράφεις και παράξενοι οι δεσμώτες.
Όμοιους με μας, είπα εγώ.
α. μετά ταύτα είπον: Έχει προηγηθεί η τετραμερής διαίρεση όλων των ορατών και νοητών αντικειμένων: το πρώτο τμήμα παριστάνει τις εικόνες και τα κάθε λογής ομοιώματα. το δεύτερο τα αντικείμενα του ορατού κόσμου· το τρίτο τα διανοητικά αντικείμενα της μαθηματικής επιστήμης· το τέταρτο όσα αποτελούν το θέμα της διαλεκτικής. Σε αυτά αντιστοιχούν οι τέσσερις ενέργειες της ψυχής: εικασία - πίστη - διάνοια – νόηση. Αφού έγινε λόγος για τους φύλακες και τους άρχοντες, για τις γυναίκες και τα παιδιά και για άλλα θέματα, η συζήτηση στρέφεται τώρα στους αληθινούς φιλοσόφους ως σωτήρες της πολιτείας και για την εκπαίδευση τους, που πρέπει να κατατείνει στην ιδέα του αγαθού. Στο τελευταίο τμήμα του κειμένου πριν από την εικόνα του σπηλαίου (βιβλίο ΣΤ) γίνεται λόγος για το νοητό και το αισθητό ως αντικείμενα της γνώσης. Σχετικό με τη διάκριση νοητού - αισθητού και με τη γνώση είναι το θέμα της παιδείας (βιβλίο Ζ), για το οποίο κάνει λόγο τώρα ο Σωκράτης στη μεγάλη ενότητα του σπηλαίου συζητώντας με το Γλαύκωνα (στη συνέχεια θα γίνει λόγος για το γνωστικό περιεχόμενο της αληθινής παιδείας, για τους τομείς της γνώσης: για την Αριθμητική, τη Γεωμετρία, την Αστρονομία κ.ά.).
απείκασον τοιούτω
πάθει την ημετέραν φύσιν: Ο Πλάτωνας ενδεχομένως πιστεύει ότι οι άνθρωποι όντως δεν κατοικούν στην επιφάνεια της γης αλλά
πρόκειται για μια άλλη ψευδαίσθηση. Τις αντιλήψεις του αυτές παρουσιάζει στο «Φαίδωνα». «Hμaς ουν
οικουντας εν τοις κοιλοις αυτης λεληθέναι και οιεσθαι άνω επί της γης οικειν, ώσπερ άν εί τις, εν μέσω τω πυθμένι του πελάγους οικων,
οιοιτό τε επί της θαλάττης οικειν..». (Πλάτ., Φαίδων, 109ο).
παιδείας τε και απαιδευσίας: Το θέμα της αλληγορίας είναι η παιδεία. Είναι το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος εξέρχεται από το σκοτάδι και μεταβαίνει στο φως. Για τον Πλατωνα όλα κινούνται στο σχήμα του δυϊσμού: στο πεδίο του κόσμου, ο οποίος είναι διαχωρισμένος στα δύο, δηλαδή σ' εκείνον που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις και σ' εκείνον που συλλαμβάνουμε με τη νόηση. Ο ένας είναι ο ψεύτικος, ο άλλος ο αληθινός. Έργο των πεφωτισμένων ανθρώπων είναι να οδηγήσουν τους αμαθείς και παραπλανημένους συνανθρώπους τους από την πλάνη στην αλήθεια, από την ύλη στο πνεύμα. Ο Πλάτων θεωρεί ότι δύο είναι τα μέσα της παιδείας: η γυμναστική και η μουσική. Η γυμναστική χρειάζεται για να δημιουργήσει την απλότητα στη ζωή και τη σκληραγωγια· άρα είναι η πρώτη πηγή ανδρείας. Η μουσική δηλώνει τα στοιχεία των επιστημών και των τεχνών που συμβόλιζε η Μούσα, δηλαδή τις βάσεις της πνευματική αγωγής.
Απείκασον: Χρησιμοποιείται η αλληγορία για να απεικονίσει το μέγεθος της πλάνης στο οποίο είναι παγιδευμένος ο άνθρωπος που έχει εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του και μόνο. Οι αισθήσεις με τις οποίες αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο είναι τα δεσμά τα οποία δεν επιτρέπουν στους ανθρώπους του σπηλαίου να αντιληφθούν την πραγματικότητα σε όλες της τις διαστάσεις. Η σπηλιά είναι ο αισθητός μας κόσμος τον οποίο θεωρούμε αληθινό. Τα αντιληπτά σε μας αντικείμενα είναι οι σκιές των αληθινών όντων. Ο ήλιος και το φως είναι η Αλήθεια η οποία μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε φαινομενικά τα αντικείμενα, πώς δηλαδή περίπου είναι, και έχει τόση σχέση με αυτά όση και τα τρισδιάστατα πράγματα με τις σκιές που δημιουργούν. Οι δεσμώτες μέσα στο ημίφως και στην ακινησία είναι όσοι βρίσκονται στο σκοτάδια της αμάθειας, της άγνοιας, της πλάνης, της πνευματικής και ηθικής αποτελμάτωσης - οι απαίδευτοι άνθρωποι.
ομοιους ημιν: ο Σωκράτης προβάλλει την πεποίθηση του ότι οι δεσμώτες του σπηλαίου θεωρούν αληθινές τις σκιές των αντικειμένων, όπως και όλοι οι απλοί άνθρωποι θεωρούν ως αληθινά όντα όσα αντιλαμβάνονται γύρω τους με τις αισθήσεις.
ώσπερ τοις θαυματοποιοις: Ο Πλάτωνας παρομοιάζει το μικρό διαχωριστικό τοίχο (τον παράλληλο με το δρόμο που βρίσκεται έξω από τη σπηλιά) με το διαχωριστικό διάφραγμα των "θαυματοποιών". Με τη λέξη αυτή εννοεί εκείνους που δίνουν παραστάσεις στο κοινό με ταχυδακτυλουργίες, όπως εξάλλου το λέει καθαρά (υπέρ ων τα θαύματα δεικνύασιν). Όμως η λειτουργικότητα του μικρού τοίχου και των μορφών που ρίχνουν μέσα στη σπηλιά τη σκιά τους μας παραπέμπει στο θέατρο σκιών, ανάλογο με εκείνο του δικού μας Καραγκιόζη. Κάτι παραπλήσιο, κουκλοθέατρο με μαριονέτες (με νευρόσπαστα), αναφέρεται και από τον Αριστοτέλη (Περί κόσμου, 398516): οι νευροσπάσται μίαν μήρινθον (σπάγκο) έπισπασάμενοι ποιουσι και αυχένα κινεισθαι και χείρα ζώου και ώμον και οφθαλμόν. Φαίνεται λοιπόν ότι το ελληνικό κοινό της εποχής των δυο μεγάλων φιλοσόφων ήταν συνηθισμένο σε τέτοιες λαϊκές παραστάσεις.
Αποκρυσταλλώνοντας την άποψη του για το κύριο ερώτημα, τι είναι πραγματικό και τι όχι, ο Πλάτων επηρεάστηκε βαθειά από δυο προηγούμενους διανοητές, των οποίων τις απόψεις μελετήσαμε κιόλας, τον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη. Οι Ηρακλείτειοι υποστήριζαν ότι τα πάντα στον κόσμο του χώρου και του χρόνου συνεχώς μεταβάλλονταν, «τα πάντα ρείη, κατά τη φράση τους. Ούτε για μια στιγμή δεν σταματούσε η μεταβολή και τίποτα δεν έμενε το ίδιο από τη μια στιγμή στην άλλη. Συνέπεια αυτής της θεωρίας φαινόταν να είναι ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αυτόν τον κόσμο, εφόσον δεν μπορεί κανείς να πει ότι γνωρίζει κάτι που είναι διαφορετικό ετούτη τη στιγμή απ ό,τι ήταν μια στιγμή πριν. Η γνώση απαιτεί την ύπαρξη ενός σταθερού αντικειμένου. Ο Παρμενίδης εξάλλου είχε πει ότι υπάρχει μια παρόμοια σταθερή πραγματικότητα, που μπορούμε να την ανακαλύψουμε μόνο μέσω της ενέργειας του νου, χωρίς καμιά ανάμειξη των αισθήσεων. Το αντικείμενο της γνώσης πρέπει να είναι αμετάβλητο και αιώνιο, εκτός χρόνου και μεταβολής, ενώ οι αισθήσεις μας φέρνουν σε επαφή με ό,τι είναι μεταβλητό και φθαρτό. Θα πρέπει επομένως να δεχτούμε την ύπαρξη ενός ιδανικού κόσμου που περιέχει τα αιώνια και τέλεια πρωτότυπα του φυσικού κόσμου. Ο,τιδήποτε το μισοϋπαρκτό περιέχει ο μεταβαλλόμενος κόσμος μας, το οφείλει στην ατελή του συμμετοχή στην πλήρη και τέλεια ύπαρξη του άλλου κόσμου. Εφ όσον αυτή είναι μια στάση που περιέχει κάτι που μοιάζει με θρησκευτική πίστη, ίσως και με μυστική εμπειρία, και δεν μπορεί να ερμηνευθεί πλήρως με ορθολογικό συλλογισμό (αν και ο Πλάτων θα υποστήριζε πολύ έντονα ότι η λογική επιχειρηματολογία αποδεικνύει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτό), ο Πλάτων καταφεύγει στη μεταφορά για να ερμηνεύσει τη σχέση μεταξύ των δύο κόσμων.
Ο Πλάτων παρουσιάζει τον Σωκράτη να επεξηγεί την εικόνα του σπηλαίου: το σπήλαιο, λέει, είναι ο κόσμος, το φέγγος της φωτιάς είναι ο ήλιος και οι δεσμώτες εμείς οι άνθρωποι. Η ανάβαση του απελεύθερου δεσμώτη προς την ηλιοφώτιστη περιοχή είναι η πορεία του φιλοσόφου προς τον νοητό κόσμο και προς το αγαθό. Γιατί ο φιλόσοφος βλέπει τα ίδια τα όντα, που είναι οι ιδέες, και όχι τα είδωλα τους, που είναι τα αισθητά πράγματα. Ο Πλάτων συσχετίζει εδώ την ελευθερία του ανθρώπου με την έξοδο του από το σκοτάδι.
Η ελευθερία όμως δεν είναι μόνο απελευθέρωση από κάτι. (από τα δεσμά, που είναι εδώ οι αισθήσεις) αλλά και ελευθερία για κάτι, για την κατανόηση των όντων. Αυτό επιτυγχάνεται με τη νόηση. Οι αναβαθμοί από το σκοτάδι του σπηλαίου προς το φως του ήλιου είναι, κατά τον Πλάτωνα, οι εξής: πρώτα οι δεσμώτες, ατενίζοντας τις σκιές των πραγμάτων, βρίσκονται στον κόσμο της δόξας (= γνώμης) ή της εικασίας. Κατόπιν ο ελευθερωμένος δεσμώτης αντικρίζει τα ίδια τα αισθητά πράγματα· έχει δηλαδή μια πρώτη αβέβαιη προεπιστημονική γνώση, την πίστη. Από τη βαθμίδα αυτή ανέρχεται στον χώρο της επιστημονικής γνώσης, την οποία ο Πλάτων ονομάζει διάνοια. Τέλος, κάποιοι φιλόσοφοι - διαλεκτικοί κατορθώνουν «να κοιτάξουν κατάματα τον ίδιο τον ήλιο, τη φωτοπηγή» (Κ. Τσάτσος) και να φτάσουν στην καθαρή νόηση και στη θέα του αγαθού. Τότε, κατά τον Πλάτωνα, θα έχουν κατακτήσει το μέγιστον μάθημα, γιατί αυτό αποτελεί και το έσχατο τέρμα, δηλαδή τον υψηλότερο αναβαθμό.
Η ταύτιση του φωτός με το θείο θα γίνει και στη χριστιανική διδασκαλία, όπου συμπυκνώνεται στη φράση του Χρίστου Εγώ ειμι το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοι ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, άλλ’ ‘έξει το φως της ζωης (Κατά Ίωάννην, Η’, 12-13). Ο Χριστός - Θεός λοιπόν ταυτίζει τον εαυτό του με το φως και στην πλατωνική εικόνα του σπηλαίου το φως είναι το υπέρτατο αγαθό, το θείον που υπόσχεται στους πιστούς την απαλλαγή από το σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας αυτού του φθαρτού και προσωρινού κόσμου και τη σωτηρία τους στο φως της ζωής, που προέρχεται από την αληθινή ζωή, το Θεό και στην εικόνα του σπηλαίου ο αισθητός και ψεύτικος κόσμος, το ομοίωμα του αληθινού, βρίσκεται στο ημίφως της πλάνης, ενώ ο αληθινός κόσμος είναι εκείνος του θεϊκού φωτός. Υπενθυμίζεται ότι στη χριστιανική διδασκαλία υπάρχουν πολλές απηχήσεις από τη φιλοσοφία του Πλάτωνα (κυρίως των Νεοπλατωνικών). Εκτός από το διαχωρισμό της πραγματικότητας (επίγειος και ψεύτικος κόσμος - ουράνιος και αληθινός) αναφέρουμε ενδεικτικά το τρισυπόστατο του θείου (ο διαχωρισμός στα τρία είναι συνηθισμένος στον Πλάτωνα, που διαιρεί την ψυχή σε τρία μέρη, το ίδιο και τη διαστρωμάτωση της κοινωνίας κ.ά.) και την κρίση των ψυχών μετά το θάνατο με την ανταμοιβή των δίκαιων και την τιμωρία των κακών.
Μετά απ’ αυτά, είπα, παρομοίασε τη δική μας φύση σχετικά με την παιδεία και την αμάθεια με αυτή την εικόνα. Φαντάσου δηλαδή ανθρώπους σα να είναι σε μια υπόγεια κατοικία σαν σπηλιά που έχει την είσοδο ανοικτή ψηλά προς το φως σε όλο το μάκρος της σπηλιάς, μέσα σ’ αυτή να βρίσκονται από παιδιά δεμένοι με δεσμά και στα πόδια και στους αυχένες ώστε να μένουν ακίνητοι και να βλέπουν μόνο μπροστά τους χωρίς να μπορούν να στρέφουν το κεφάλι τους, εξ’ αιτίας των δεσμών και από πάνω, μακριά και από πίσω τους ένα φως να καίει από φωτιά, και μεταξύ της φωτιάς και των δεσμωτών να υπάρχει επάνω ένας δρόμος, κοντά στον οποίο φαντάσου να έχει κτιστεί ένας μικρός τοίχος όπως ακριβώς είναι τοποθετημένα από τους ταχυδακτυλουργούς τα παραπετάσματα πάνω από τα οποία δείχνουν τα τεχνάσματά τους.
Το Φαντάζομαι είπε.
Φαντάσου λοιπόν κοντά σ’ αυτόν τον τοίχο ανθρώπους να μεταφέρουν σκεύη κάθε είδους που εξέχουν από τον τοίχο, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα ζώων πέτρινα και ξύλινα και από κάθε λογής υλικό κατασκευασμένα. Όπως είναι φυσικό από αυτούς που μεταφέρουν άλλοι μιλούν και άλλοι μένουν σιωπηλοί.
Παράξενη, είπε, εικόνα περιγράφεις και παράξενοι οι δεσμώτες.
Όμοιους με μας, είπα εγώ.
α. μετά ταύτα είπον: Έχει προηγηθεί η τετραμερής διαίρεση όλων των ορατών και νοητών αντικειμένων: το πρώτο τμήμα παριστάνει τις εικόνες και τα κάθε λογής ομοιώματα. το δεύτερο τα αντικείμενα του ορατού κόσμου· το τρίτο τα διανοητικά αντικείμενα της μαθηματικής επιστήμης· το τέταρτο όσα αποτελούν το θέμα της διαλεκτικής. Σε αυτά αντιστοιχούν οι τέσσερις ενέργειες της ψυχής: εικασία - πίστη - διάνοια – νόηση. Αφού έγινε λόγος για τους φύλακες και τους άρχοντες, για τις γυναίκες και τα παιδιά και για άλλα θέματα, η συζήτηση στρέφεται τώρα στους αληθινούς φιλοσόφους ως σωτήρες της πολιτείας και για την εκπαίδευση τους, που πρέπει να κατατείνει στην ιδέα του αγαθού. Στο τελευταίο τμήμα του κειμένου πριν από την εικόνα του σπηλαίου (βιβλίο ΣΤ) γίνεται λόγος για το νοητό και το αισθητό ως αντικείμενα της γνώσης. Σχετικό με τη διάκριση νοητού - αισθητού και με τη γνώση είναι το θέμα της παιδείας (βιβλίο Ζ), για το οποίο κάνει λόγο τώρα ο Σωκράτης στη μεγάλη ενότητα του σπηλαίου συζητώντας με το Γλαύκωνα (στη συνέχεια θα γίνει λόγος για το γνωστικό περιεχόμενο της αληθινής παιδείας, για τους τομείς της γνώσης: για την Αριθμητική, τη Γεωμετρία, την Αστρονομία κ.ά.).
απείκασον τοιούτω
πάθει την ημετέραν φύσιν: Ο Πλάτωνας ενδεχομένως πιστεύει ότι οι άνθρωποι όντως δεν κατοικούν στην επιφάνεια της γης αλλά
πρόκειται για μια άλλη ψευδαίσθηση. Τις αντιλήψεις του αυτές παρουσιάζει στο «Φαίδωνα». «Hμaς ουν
οικουντας εν τοις κοιλοις αυτης λεληθέναι και οιεσθαι άνω επί της γης οικειν, ώσπερ άν εί τις, εν μέσω τω πυθμένι του πελάγους οικων,
οιοιτό τε επί της θαλάττης οικειν..». (Πλάτ., Φαίδων, 109ο).
παιδείας τε και απαιδευσίας: Το θέμα της αλληγορίας είναι η παιδεία. Είναι το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος εξέρχεται από το σκοτάδι και μεταβαίνει στο φως. Για τον Πλατωνα όλα κινούνται στο σχήμα του δυϊσμού: στο πεδίο του κόσμου, ο οποίος είναι διαχωρισμένος στα δύο, δηλαδή σ' εκείνον που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις και σ' εκείνον που συλλαμβάνουμε με τη νόηση. Ο ένας είναι ο ψεύτικος, ο άλλος ο αληθινός. Έργο των πεφωτισμένων ανθρώπων είναι να οδηγήσουν τους αμαθείς και παραπλανημένους συνανθρώπους τους από την πλάνη στην αλήθεια, από την ύλη στο πνεύμα. Ο Πλάτων θεωρεί ότι δύο είναι τα μέσα της παιδείας: η γυμναστική και η μουσική. Η γυμναστική χρειάζεται για να δημιουργήσει την απλότητα στη ζωή και τη σκληραγωγια· άρα είναι η πρώτη πηγή ανδρείας. Η μουσική δηλώνει τα στοιχεία των επιστημών και των τεχνών που συμβόλιζε η Μούσα, δηλαδή τις βάσεις της πνευματική αγωγής.
Απείκασον: Χρησιμοποιείται η αλληγορία για να απεικονίσει το μέγεθος της πλάνης στο οποίο είναι παγιδευμένος ο άνθρωπος που έχει εμπιστοσύνη στις αισθήσεις του και μόνο. Οι αισθήσεις με τις οποίες αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο είναι τα δεσμά τα οποία δεν επιτρέπουν στους ανθρώπους του σπηλαίου να αντιληφθούν την πραγματικότητα σε όλες της τις διαστάσεις. Η σπηλιά είναι ο αισθητός μας κόσμος τον οποίο θεωρούμε αληθινό. Τα αντιληπτά σε μας αντικείμενα είναι οι σκιές των αληθινών όντων. Ο ήλιος και το φως είναι η Αλήθεια η οποία μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε φαινομενικά τα αντικείμενα, πώς δηλαδή περίπου είναι, και έχει τόση σχέση με αυτά όση και τα τρισδιάστατα πράγματα με τις σκιές που δημιουργούν. Οι δεσμώτες μέσα στο ημίφως και στην ακινησία είναι όσοι βρίσκονται στο σκοτάδια της αμάθειας, της άγνοιας, της πλάνης, της πνευματικής και ηθικής αποτελμάτωσης - οι απαίδευτοι άνθρωποι.
ομοιους ημιν: ο Σωκράτης προβάλλει την πεποίθηση του ότι οι δεσμώτες του σπηλαίου θεωρούν αληθινές τις σκιές των αντικειμένων, όπως και όλοι οι απλοί άνθρωποι θεωρούν ως αληθινά όντα όσα αντιλαμβάνονται γύρω τους με τις αισθήσεις.
ώσπερ τοις θαυματοποιοις: Ο Πλάτωνας παρομοιάζει το μικρό διαχωριστικό τοίχο (τον παράλληλο με το δρόμο που βρίσκεται έξω από τη σπηλιά) με το διαχωριστικό διάφραγμα των "θαυματοποιών". Με τη λέξη αυτή εννοεί εκείνους που δίνουν παραστάσεις στο κοινό με ταχυδακτυλουργίες, όπως εξάλλου το λέει καθαρά (υπέρ ων τα θαύματα δεικνύασιν). Όμως η λειτουργικότητα του μικρού τοίχου και των μορφών που ρίχνουν μέσα στη σπηλιά τη σκιά τους μας παραπέμπει στο θέατρο σκιών, ανάλογο με εκείνο του δικού μας Καραγκιόζη. Κάτι παραπλήσιο, κουκλοθέατρο με μαριονέτες (με νευρόσπαστα), αναφέρεται και από τον Αριστοτέλη (Περί κόσμου, 398516): οι νευροσπάσται μίαν μήρινθον (σπάγκο) έπισπασάμενοι ποιουσι και αυχένα κινεισθαι και χείρα ζώου και ώμον και οφθαλμόν. Φαίνεται λοιπόν ότι το ελληνικό κοινό της εποχής των δυο μεγάλων φιλοσόφων ήταν συνηθισμένο σε τέτοιες λαϊκές παραστάσεις.
Αποκρυσταλλώνοντας την άποψη του για το κύριο ερώτημα, τι είναι πραγματικό και τι όχι, ο Πλάτων επηρεάστηκε βαθειά από δυο προηγούμενους διανοητές, των οποίων τις απόψεις μελετήσαμε κιόλας, τον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη. Οι Ηρακλείτειοι υποστήριζαν ότι τα πάντα στον κόσμο του χώρου και του χρόνου συνεχώς μεταβάλλονταν, «τα πάντα ρείη, κατά τη φράση τους. Ούτε για μια στιγμή δεν σταματούσε η μεταβολή και τίποτα δεν έμενε το ίδιο από τη μια στιγμή στην άλλη. Συνέπεια αυτής της θεωρίας φαινόταν να είναι ότι δεν μπορούμε να γνωρίσουμε αυτόν τον κόσμο, εφόσον δεν μπορεί κανείς να πει ότι γνωρίζει κάτι που είναι διαφορετικό ετούτη τη στιγμή απ ό,τι ήταν μια στιγμή πριν. Η γνώση απαιτεί την ύπαρξη ενός σταθερού αντικειμένου. Ο Παρμενίδης εξάλλου είχε πει ότι υπάρχει μια παρόμοια σταθερή πραγματικότητα, που μπορούμε να την ανακαλύψουμε μόνο μέσω της ενέργειας του νου, χωρίς καμιά ανάμειξη των αισθήσεων. Το αντικείμενο της γνώσης πρέπει να είναι αμετάβλητο και αιώνιο, εκτός χρόνου και μεταβολής, ενώ οι αισθήσεις μας φέρνουν σε επαφή με ό,τι είναι μεταβλητό και φθαρτό. Θα πρέπει επομένως να δεχτούμε την ύπαρξη ενός ιδανικού κόσμου που περιέχει τα αιώνια και τέλεια πρωτότυπα του φυσικού κόσμου. Ο,τιδήποτε το μισοϋπαρκτό περιέχει ο μεταβαλλόμενος κόσμος μας, το οφείλει στην ατελή του συμμετοχή στην πλήρη και τέλεια ύπαρξη του άλλου κόσμου. Εφ όσον αυτή είναι μια στάση που περιέχει κάτι που μοιάζει με θρησκευτική πίστη, ίσως και με μυστική εμπειρία, και δεν μπορεί να ερμηνευθεί πλήρως με ορθολογικό συλλογισμό (αν και ο Πλάτων θα υποστήριζε πολύ έντονα ότι η λογική επιχειρηματολογία αποδεικνύει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτό), ο Πλάτων καταφεύγει στη μεταφορά για να ερμηνεύσει τη σχέση μεταξύ των δύο κόσμων.
Ο Πλάτων παρουσιάζει τον Σωκράτη να επεξηγεί την εικόνα του σπηλαίου: το σπήλαιο, λέει, είναι ο κόσμος, το φέγγος της φωτιάς είναι ο ήλιος και οι δεσμώτες εμείς οι άνθρωποι. Η ανάβαση του απελεύθερου δεσμώτη προς την ηλιοφώτιστη περιοχή είναι η πορεία του φιλοσόφου προς τον νοητό κόσμο και προς το αγαθό. Γιατί ο φιλόσοφος βλέπει τα ίδια τα όντα, που είναι οι ιδέες, και όχι τα είδωλα τους, που είναι τα αισθητά πράγματα. Ο Πλάτων συσχετίζει εδώ την ελευθερία του ανθρώπου με την έξοδο του από το σκοτάδι.
Η ελευθερία όμως δεν είναι μόνο απελευθέρωση από κάτι. (από τα δεσμά, που είναι εδώ οι αισθήσεις) αλλά και ελευθερία για κάτι, για την κατανόηση των όντων. Αυτό επιτυγχάνεται με τη νόηση. Οι αναβαθμοί από το σκοτάδι του σπηλαίου προς το φως του ήλιου είναι, κατά τον Πλάτωνα, οι εξής: πρώτα οι δεσμώτες, ατενίζοντας τις σκιές των πραγμάτων, βρίσκονται στον κόσμο της δόξας (= γνώμης) ή της εικασίας. Κατόπιν ο ελευθερωμένος δεσμώτης αντικρίζει τα ίδια τα αισθητά πράγματα· έχει δηλαδή μια πρώτη αβέβαιη προεπιστημονική γνώση, την πίστη. Από τη βαθμίδα αυτή ανέρχεται στον χώρο της επιστημονικής γνώσης, την οποία ο Πλάτων ονομάζει διάνοια. Τέλος, κάποιοι φιλόσοφοι - διαλεκτικοί κατορθώνουν «να κοιτάξουν κατάματα τον ίδιο τον ήλιο, τη φωτοπηγή» (Κ. Τσάτσος) και να φτάσουν στην καθαρή νόηση και στη θέα του αγαθού. Τότε, κατά τον Πλάτωνα, θα έχουν κατακτήσει το μέγιστον μάθημα, γιατί αυτό αποτελεί και το έσχατο τέρμα, δηλαδή τον υψηλότερο αναβαθμό.
Η ταύτιση του φωτός με το θείο θα γίνει και στη χριστιανική διδασκαλία, όπου συμπυκνώνεται στη φράση του Χρίστου Εγώ ειμι το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοι ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, άλλ’ ‘έξει το φως της ζωης (Κατά Ίωάννην, Η’, 12-13). Ο Χριστός - Θεός λοιπόν ταυτίζει τον εαυτό του με το φως και στην πλατωνική εικόνα του σπηλαίου το φως είναι το υπέρτατο αγαθό, το θείον που υπόσχεται στους πιστούς την απαλλαγή από το σκοτάδι της πλάνης και της αμαρτίας αυτού του φθαρτού και προσωρινού κόσμου και τη σωτηρία τους στο φως της ζωής, που προέρχεται από την αληθινή ζωή, το Θεό και στην εικόνα του σπηλαίου ο αισθητός και ψεύτικος κόσμος, το ομοίωμα του αληθινού, βρίσκεται στο ημίφως της πλάνης, ενώ ο αληθινός κόσμος είναι εκείνος του θεϊκού φωτός. Υπενθυμίζεται ότι στη χριστιανική διδασκαλία υπάρχουν πολλές απηχήσεις από τη φιλοσοφία του Πλάτωνα (κυρίως των Νεοπλατωνικών). Εκτός από το διαχωρισμό της πραγματικότητας (επίγειος και ψεύτικος κόσμος - ουράνιος και αληθινός) αναφέρουμε ενδεικτικά το τρισυπόστατο του θείου (ο διαχωρισμός στα τρία είναι συνηθισμένος στον Πλάτωνα, που διαιρεί την ψυχή σε τρία μέρη, το ίδιο και τη διαστρωμάτωση της κοινωνίας κ.ά.) και την κρίση των ψυχών μετά το θάνατο με την ανταμοιβή των δίκαιων και την τιμωρία των κακών.
ΕΝΟΤΗΤΑ 12 Η απροθυμία των φιλοσόφων
Τι λοιπόν; Αυτό δεν είναι φυσικό, είπα εγώ, και αναγκαίο από αυτά που ειπώθηκαν προηγουμένως, δηλαδή ούτε οι αμαθείς και οι εντελώς άπειροι πάνω στην αλήθεια ούτε αυτοί που τους επιτράπηκε να ασχολούνται μέχρι το τέλος της ζωής τους με την παιδεία, θα διοικούσαν ποτέ αποτελεσματικά την πόλη, οι πρώτοι γιατί δεν έχουν ένα σκοπό στη ζωή τους, που πρέπει κυνηγώντας τον να ρυθμίζουν όλες τις πράξεις τους και τις ιδιωτικές και τις δημόσιες, και οι δεύτεροι επειδή με τη θέλησή τους δε θα δράσουν, επειδή θα έχουν πιστέψει ότι κατοικούν στα νησιά των Μακάρων αν και ακόμη ζωντανοί;
Αλήθεια, είπε.
Δικό μας λοιπόν έργο, των ιδρυτών δηλαδή, είπα εγώ, είναι να αναγκάσουμε τις καλύτερες ιδιοσυγκρασίες να κατακτήσουν το μάθημα το οποίο είπαμε ότι είναι το σπουδαιότερο, δηλαδή να δουν το αγαθό και να ανεβούν εκείνη την κλίμακα, και αφού ανεβούν και δουν με σαφήνεια, να μην τους επιτρέψουμε αυτό που τώρα τους επιτρέπεται.
Ποιο δηλαδή;
Το να παραμείνουν εκεί, είπα εγώ και να μη θέλουν να κατέβουν κοντά σε εκείνους τους δεσμώτες ούτε να συμμετέχουν στους κόπους και τις τιμές εκείνων, είτε είναι περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές.
Σύνδεση με τα προηγούμενα: Η κατάσταση στη σπηλιά και η γνωστική πορεία του ανθρώπου
Για να γίνει περισσότερο κατανοητό το περιεχόμενο της ενότητας αυτής, δίνονται μερικά στοιχεία από το κείμενο της Πολιτείας το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στις ενότητες 11 και 12 και παραλείπεται (515a - 519b) καθώς και από άλλα σημεία του έργου σχετικά με το θέμα της ενότητας 12.
Μέσα στη σπηλιά οι δεσμώτες ζουν στο σκοτάδι της αμάθειας και της πλάνης. Οι άνθρωποι που καταφέρνουν να αποδράσουν και έρχονται σε επαφή με το αληθινό φως στην αρχή αισθάνονται δυσφορία και πόνο στα μάτια, στη συνέχεια όμως σταδιακά γνωρίζουν την αλήθεια και καταλαβαίνουν πόσο διαφορετικός είναι ο πραγματικός κόσμος καθώς και το μέγεθος του ψεύδους στο οποίο ζουν οι μέχρι τότε δεσμώτες – συμπολίτες τους. Οι περισσότεροι από αυτούς δε δείχνουν καμιά προθυμία να επιστρέψουν στη σκοτεινή σπηλιά με τις σκιές, μακαρίζουν τον εαυτό τους και οικτίρουν τους άλλους που μείνανε στην αμάθεια.
Αν όμως κάποιος αποφασίσει να κατέβει στο σπήλαιο και να βοηθήσει τους δεσμώτες να γνωρίσουν και κείνοι το φως και την αλήθεια πιθανότατα θα αντιμετωπίσει το χλευασμό, την περιφρόνηση, ίσως ακόμα και την επιθετικότητα των φυλακισμένων συμπολιτών του. Αυτό το τελευταίο αποτελεί αναχρονιστικό υπαινιγμό για τη θανάτωση του Σωκράτη: η συζήτηση υποτίθεται ότι έγινε το 421 (δραματικός χρόνος) και ο Σωκράτης εκτελέστηκε το 309, ενώ ο διάλογος ολοκληρώθηκε το 374 (ιστορικός χρόνος).
Γενικά όμως όσοι φτάνουν ψηλά, στον κόσμο των ιδεών, δε θέλουν να καταγίνονται με τις συνηθισμένες ασχολίες των ανθρώπων, αλλά αισθάνονται την ανάγκη να ζουν οι ψυχές τους πάντα εκεί επάνω, στο δικό τους κόσμο, και να μη θέλουν να κατεβούν, ούτε για να αναλάβουν πολιτική δράση, παρόλο που είναι οι πιο κατάλληλοι να κυβερνήσουν, με την παιδεία που έχουν και με τη γνώση της αλήθειας. Έτσι, καταλήγουμε στο θέμα της ενότητας 12
Ι. Ερμηνευτική προσέγγιση
(Ιδεολογικά, πολιτισμικά, πραγματολογικά, αισθητικά, δομικά στοιχεία κ.ά.)
Τι δε; : Λίγο πριν έχει αναφερθεί ότι οι απαίδευτοι, καθώς είναι παραδομένοι στις υλικές απολαύσεις και στο προσωπικό τους συμφέρον είναι ανίκανοι να έχουν εμπειρία του αγαθού. Οι τυχαίοι και αφιλοσόφητοι πολιτικοί, δεν είναι κατάλληλοι για τη διακυβέρνηση της πόλης, όχι μόνο επειδή τους λείπει το βασικό προσόν, η παιδεία, και επομένως είναι αληθείας άπειροι, αλλά κυρίως επειδή δεν έχουν στη ζωή τους έναν υψηλό πολιτικό στόχο, για να ρυθμίζουν συμφωνά με αυτόν όλες τις πράξεις τους και στον ιδιωτικό τους βίο αλλά και ως δημόσιοι άντρες. Στον Πλάτωνα η συνειδητή επιδίωξη ενός αποτελέσματος όπως είναι η συνετή διακυβέρνηση της πόλης δε μπορεί να ανατίθεται σε τέτοιους πολιτικούς γιατί είναι ανίκανοι να πράξουν το αγαθό αφού δε γνωρίζουν την αρετή.
μήτε τους εν παιδεία εωμένους διατρίβειν δια τέλους: από τον 5ο αιώνα π,Χ.παιδεία σημαίνει γενική
καλλιέργεια του ανθρώπου. Στον Πλάτωνα, όπως είδαμε, βάση της παιδείας αποτελεί η μουσική -πρώτα ως ευαισθησία και ύστερα ως γενικότερη πνευματική καλλιέργεια- και η γυμναστική. Παίδευση είναι η πορεία προς την παιδεία. Οι φιλόσοφοι, δηλαδή οι δεσμώτες που βγήκαν από το σκοτάδι και τις σκιές του σπηλαίου και ανέβηκαν στο αληθινό φως του ήλιου, είναι οι μόνοι αρμόδιοι να αναλάβουν το έργο της παιδείας. Όμως πολλοί απ' αυτούς μαγεμένοι από το θάμβος του ήλιου, δηλαδή τη θέα του αγαθού, μένουν εκεί για πάντα στην ευδαιμονία του φωτός, ζουν στη μακαριότητα των πνευματικών ενασχολήσεων και της καθαρής θεωρίας, απορροφημένοι σ' αυτά. Έτσι, η πολιτική δράση δεν εμπίπτει στα ενδιαφέροντα τους, αδιαφορούν για την εξουσία, για τις τιμές, για το σεβασμό και την αγάπη
των συμπολιτών τους. Ούτε σκέπτονται καν να ξανακατέβουν και να μεριμνήσουν για τους ανθρώπους που βρίσκονται στην πλάνη των σκιών του σπηλαίου. Eίναι λοιπόν ακατάλληλοι επειδή είναι αποστασιοποιημένοι απ΄ ό,τι συμβαίνει γύρω τους, είτε γιατί θεωρούν προσβλητικό να ασχοληθούν με τις μάζες είτε επειδή απεχθάνονται τις πολιτικές ενασχολήσεις. Δεν έχουν τη διάθεση να αναμιχθούν στα κοινά και πρακτικά προβλήματα της ζωής καθώς έταξαν ως αποκλειστικό σκοπό της ζωής τους τη θεραπεία της φιλοσοφίας, τη
μακαριότητα των πνευματικών ενασχολήσεων και της καθαρής θεωρίας.
Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ιστορικών αντρών που ήταν εξαιρετικές φυσιογνωμίες και όμως αρνήθηκαν να αναμιχτούν στην πολιτική ή την εγκατέλειψαν με τη θέληση τους, ενώ είχαν ακόμη να προσφέρουν πολλά. Είναι γνωστή η παράδοση για τους αρχαίους νομοθέτες Σόλωνα και Λυκούργο, οι οποίοι δεν ανέλαβαν αξιώματα, παρά έφυγαν από τις πόλεις τους, όταν ολοκλήρωσαν το νομοθετικό τους έργο.
εν μακάρων νήσοις: Σύμφωνα με μια λαϊκή δοξασία των αρχαίων, πέρα από τις στήλες του
Ηρακλή (πέρα από το σημερινό Γιβραλτάρ) υπήρχαν στο ρεύμα του Ωκεανού κάποια νησιά, στα οποία ζούσαν οι ήρωες, οι άνθρωποι της πρώτης γενιάς του ανθρώπινου γένους (της χρυσής εποχής) και οι ευσεβείς, μέσα σε απόλυτη ευτυχία, γαλήνη και αμεριμνησία (μέσα στη "μακαριότητα"). Τα νησιά των Μακάρων ήταν ένας τόπος ανάλογος με τον Παράδεισο, τον οποίο επαγγέλλεται ως μεταθανάτιο τόπο διαμονής η χριστιανική θρησκεία σε όσους ζουν στην επίγεια ζωή με δικαιοσύνη και ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και μακριά από την αμαρτία. Κάτι ανάλογο υπόσχονται και άλλες θρησκείες στους δικούς τους πιστούς.
Ημέτερον έργον των οικιστών: ο Σωκράτης και οι συνομιλητές του, ως θεμελιωτές της ιδεώδους
πολιτείας, δεν μπορεί να είναι οι αδιάφοροι φιλόσοφοι που μένουν απλώς (και αυτοί) μακάριοι στην ενόραση του αγαθού.
τάς βελτίστας φύσεις: Για τον Πλάτωνα ο άνθρωπος έχει μέσα του από τη φύση είτε κάποια
ελαττώματα είτε χαρίσματα και προτερήματα, που προϋπάρχουν, ωστόσο μπορούν να καλλιεργηθούν και να βελτιωθούν, χωρίς βέβαια να
αλλάξουν. Αυτή η φύσις παίζει καθοριστικό ρόλο για την πορεία του ανθρώπου. Στο κείμενο γίνεται λόγος για εξαιρετικές φυσιογνωμίες, για χαρισματικούς ανθρώπους (βελτίστας φύσεις), αυτούς δηλαδή που
συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις να ενταχθούν με την Παιδεία στην τάξη των φιλοσόφων – βασιλέων
Το μέγιστον μάθημα -Το αγαθόν: Το μέγιστον μάθημα, η ύψιστη γνώση, για τον Πλάτωνα είναι η
θέαση του αγαθόν. Για τη σημασία του όρου αντιγράφουμε από το σχολικό βιβλίο: "Ο Πλάτωνας δε δίνει μια σαφή ερμηνεία για αυτόν τον όρο που είναι από τους βασικότερους στο φιλοσοφικό του σύστημα παρά αρκείται σε ορισμένους υπαινιγμούς. Αγαθόν πάντως είναι α) το είναι και ό,τι διατηρεί το ειναι β) η τάξη, ο κόσμος και η ενότητα που διαπερνά και συνέχει την πολλαπλότητα· γ) ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη.
Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά διέκρινε τα πολιτεύματα σε ορθά και παρεκβάσεις (παρεκκλίσεις-διαστρεβλώσεις). Τα κριτήρια που εφάρμοσε είναι ο αριθμός των συμμετεχόντων στην άσκηση της εξουσίας και η εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Όταν ο ένας, οι λίγοι ή οι πολλοί, το πλήθος ασκούν την εξουσία για το καλό του κοινού συμφέροντος τότε τα πολιτεύματα είναι ορθά. Αν αντίθετα η εξουσία δεν ασκείται για την εξυπηρέτηση του δημοσίου αλλά του ιδιαίτερου συμφέροντος του ενός, των λίγων ή των πολλών τότε τα πολιτεύματα που προκύπτουν είναι παρεκκλίσεις απ΄ τα ορθά πολιτεύματα. Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία θέλοντας να παρουσιάσει έναν ιδανικό τρόπο διακυβέρνησης κι οργάνωσης της πόλης τονίζει την ακαταλληλότητα των απαίδευτων για την άσκηση της εξουσίας όχι μόνο λόγω της απειρίας τους και της απαιδευσίας αλλά και γιατί δεν έχουν έναν υψηλό σκοπό να υπηρετήσουν παρά μόνο το προσωπικό τους συμφέρον. Αντίθετα θεωρεί τους «εν παιδεία» τους φύλακες πλέον κατάλληλους, γιατί μπορούν να υπηρετήσουν πιστά και ανιδιοτελώς ολόκληρη την πόλη. Και στον Αριστοτέλη επομένως και στον Πλάτωνα αυτό που έχει καθοριστική σημασία είναι η ικανοποίηση του δημοσίου συμφέροντος απ΄ τους φορείς της εξουσίας για να μπορέσει έτσι να εξασφαλιστεί η ευδαιμονία ως «τέλος» της πόλης και του ατόμου. Ωστόσο ο Αριστοτέλης, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα που συγκεκριμένα ορίζει ως πιο κατάλληλους φορείς της εξουσίας τους φύλακες, δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανάληψης της εξουσίας από ένα μόνο άτομο (βασιλεία) ή απ΄ το λαό (πολιτεία) για την πραγμάτωση του συλλογικού καλού. Βέβαια απ΄ τα τρία ορθά πολιτεύματα που διακρίνει ο Αριστοτέλης (Βασιλεία, Αριστοκρατία, Πολιτεία) καλύτερο θεωρούσε τη μοναρχία με τον όρο ο μονάρχης να είναι μία εξαιρετική προσωπικότητα, ένας άνθρωπος που υπερέχει όλων των άλλων σε αρετή και φρόνηση. Ελλείψει τέτοιου μονάρχη προτιμότερη θεωρούσε την αριστοκρατία στην οποία κυβερνούν ενάρετοι και σοφοί άνθρωποι. Ενώ το πολίτευμα που περιγράφει ως ιδανικό ο Πλάτωνας, όπως απορρέει απ΄ την Αλληγορία του Σπηλαίου είναι η Αριστοκρατία, το πολίτευμα δηλαδή εκείνο που κυβερνούν οι άριστοι, οι άριστοι όχι με βάση την καταγωγή αλλά σύμφωνα και με τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα με βάση την παιδεία, τη μόρφωση που έχουν, η οποία είναι σύμφωνη με το νόμο (υπό του νόμου κειμένη),μια Αριστοκρατία του πνεύματος που εξουσιάζει και συνάμα υπηρετεί το πλήθος.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
1 α) Ποιο θέμα θέτει για συζήτηση ο Σωκράτης και β) πώς συνδέεται με το θέμα της
πολιτείας;
2 Γιατί οι απαίδευτοι δε μπορούν να αναλάβουν τη διοίκηση της πολιτείας;
3 Ποια έννοια νομίζετε ότι έχει η λέξη «Αγαθό» στο κείμενο; (να απαντήσετε αφού συμβουλευτείτε τα σχόλια του βιβλίου σας)
4 Να εντοπίσετε στο κείμενο τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο Πλάτων για να χαρακτηρίσει το «αγαθό», την πορεία προς αυτό και την προσέγγισή του. Τι αποκαλύπτουν για τη φύση του αγαθού;
5 Να συγκρίνετε την έννοια του αγαθού στον Πλάτωνα με την έννοια της αρετής στους παρακάτω στίχους του Σιμωνίδη του Κείου.
Η αρετή
Ένας λόγος λέει: Σε βράχια
Η Αρετή δυσκολοπάτητα φωλιάζει
Κι έναν τόπο θείο και πάναγνο αφεντεύει
Δε μπορούν του καθενός θνητού τα μάτια να τη δουν
Την αντικρύζει μόνο εκείνος που από μέσα του
ο ιδρώτας, σπαραγμός, της καρδιάς του θα αναβρύσει,
Μόνο εκείνος που ως το ακρόκορφο θα φτάσει της ανδρείας
(μετάφραση Θρ. Σταύρου)
6 Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι απρόθυμοι να αναλάβουν ηγετικές θέσεις; Ποια χαρακτηριστικά νομίζετε ότι έχουν όσοι δεν επιθυμούν τέτοιες θέσεις;
ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΕΣ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ
1 Ποια είναι η σημασιολογική διαφορά των ρημάτων: α) διατρίβω – καταμένω – αποικίζομαι
β) επιτρέπω – εάω-ω;
2 αναβηναι, αναβάντας, ανάβασιν: Ποια σημασία έχει αυτή η επιλογή των λέξεων από τον
Πλάτωνα;
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης